Το σιντριβάνι ξεχειλίζει (Το χρονικό μιας οικογένειας)

R E B ECCA WE S T 14 κο σαν γατίσια μουσούδα – ήταν το λιγότερο ανόητο πρόσωπο που μπορούσε κανείς να φανταστεί. Επίσης, ήξερε τα πάντα, είχε ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο, ακόμα και στην Κίνα, μπο­ ρούσε να ζωγραφίζει, να σκαλίζει το ξύλο, να φτιάχνει μικρές φιγούρες και κουκλόσπιτα. Μερικές φορές έπαιζε παιχνίδια μαζί μας και μας έλεγε ιστορίες, κι ήταν σχεδόν αβάσταχτο, η κάθε στιγμή έφερνε έναν τόσο έντονο ενθουσιασμό, εντελώς απρόσμενο, που δεν μπορούσες ποτέ να είσαι προετοιμασμέ­ νος γι’ αυτό. Η αλήθεια ήταν πως άλλες φορές μάς αγνοούσε για μέρες ολόκληρες, κι αυτό επίσης ήταν σχεδόν αβάσταχτο. Ωστόσο μας λυπούσε και το γεγονός ότι δεν θα υπομέναμε αυτή τη δυστυχία για έξι ολόκληρες εβδομάδες. «Παιδιά, παιδιά μου, σε λίγο καιρό θα είμαστε πάλι όλοι μαζί» υποσχέθηκε ο μπαμπάς. «Και θα περάσετε καλά εδώ!» Έδειξε τους λόφους πέρα από τη λίμνη και πρόσθεσε: «Προτού τελειώσουν οι διακοπές, θα βαφτούν όλοι μενεξελί. Κι αυτό θα σας αρέσει». «Μενεξελί;» Δεν μπορούσαμε να φανταστούμε τι εννοού­ σε. Είχαμε γεννηθεί και οι τέσσερις στη Νότια Αφρική και φύγαμε αποκεί λιγότερο από έναν χρόνο πριν. Όταν μας περιέγραψε πώς άνθιζαν τα ρείκια, η Κορντίλια, που ήταν σχεδόν δύο χρόνια μεγαλύτερη από τηΜαίρη κι εμέ­ να και πολύ καμάρωνε γι’ αυτό, στέναξε δυνατά και δήλωσε: «Αχ Θεέ μου! Αυτές οι διακοπές θα είναι κόλαση για μένα. Τα παιδιά θα τριγυρνάνε εδώ κι εκεί και θα χάνονται στους λόφους, κι εγώ θα πρέπει συνέχεια να τρέχω στο κατόπι τους για να τα βρω και να τα φέρω πίσω. Όσο για τη λίμνη, σίγουρα θα πέσουν μέσα». «Βρε χαζή, αφού κολυμπάμε το ίδιο καλά μ’ εσένα» μουρ­ μούρισε ηΜαίρη – και πράγματι όλα τα κορίτσια είχαμε μάθει κολύμπι από μωρά στις παραλίες της Νότιας Αφρικής. Η μαμά την άκουσε και είπε:

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=