Το σιντριβάνι ξεχειλίζει (Το χρονικό μιας οικογένειας)

R E B ECCA WE S T 38 «Αυτό δεν θα ήταν χειρότερο γι’ αυτήν» είπε ηΜαίρη. «Δεν θα ήξερε περισσότερο απ’ όσο ξέρει τώρα τι δεν πάει καλά μ’ εκείνη και θα πήγαινε να μείνει σ’ ένα απ’ αυτά τα μεγάλα ιδρύματα με κήπους για τους κουφούς και τους τυφλούς που βλέπουμε μέσα από τα τρένα, όπου θα τη φρόντιζαν άνθρωποι που θέλουν να φέρονται με καλοσύνη στους κουφούς και στους τυφλούς. Δεν υπάρχουν όμως ιδρύματα για κακούς βιο­ λιστές». «Τι απαίσια ιδέα, ιδρύματα για κακούς μουσικούς!» αντέδρα­ σε ημαμά. «Το χειρότερο απ’ όλα θαήταν το ίδρυμα για τις κακές κοντράλτο. Οι άνθρωποι θαφοβόνταν να το πλησιάσουν τα βρά­ δια, γιατί οι ήχοι που θα έβγαιναν αποκεί θα ήταν τόσο φριχτοί, ειδικά όταν θα είχε πανσέληνο. Κι εσείς δεν χρειάζεται να είστε τόσο κακές με την αδελφή σας! Ειλικρινά τώρα, αν δεν σας ήξε­ ρα, θα πίστευα ότι είστε κακεντρεχείς. Και στην πραγματικότη­ τα δεν παίζει τόσο χάλια. Μάλιστα, σήμερα το απόγευμα δεν παίζει καθόλου χάλια. Τα πάει πολύ καλύτερα από πριν. Χριστέ μου, τι απαίσιο που ήταν αυτό! Δεν αντέχεται με τίποτα, πρέπει να πάω και να προσπαθήσω να τη βοηθήσω, την κακομοίρα». Προχώρησε βιαστικά στο μονοπάτι του κήπου που οδηγού­ σε στην αγροικία, σφίγγοντας τα χέρια της νευρικά. Κάποιος άγνωστος θα υπέθετε πως μια τόσο απελπισμένη μητέρα μόλις είχε συνειδητοποιήσει ότι το μωρό της βρισκόταν ολομόναχο σ’ ένα δωμάτιο με μια φωτιά που δεν την πρόσεχε κανείς ή ένα επικίνδυνο σκυλί. ΗΜαίρη κι εγώ καθίσαμε στην ξερολιθιά, κι όταν αρχίσαμε να κουνάμε τα πόδια μας πέρα δώθε, θυμήθηκα ξαφνικά το μπρούντζινο στολίδι του αλόγου μέσα στη φουφού­ λα μου. Διαπίστωσα ότι είχε θαμπώσει όσο βρισκόταν στην κρυψώνα του κι άρχισα να το τρίβω πάλι για να το γυαλίσω. «Άκου τι χαζά που παίζει» είπε ψυχρά η Μαίρη. Μερικές φορές δεν υπήρχε τίποτα ν’ ακούσω. Η μαμά δεν ήξερε βιολί, οπότε έπρεπε να εξηγήσει με λόγια ή τραγουδώντας τις οδηγίες

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=