Το σιντριβάνι ξεχειλίζει (Το χρονικό μιας οικογένειας)

1 Μ εσολάβησε μια τόσο μεγάλη παύση, ώστε αναρωτήθηκα αν η μαμά μου κι ο μπαμπάς μου θα ξαναμιλούσαν ποτέ μεταξύ τους. Δεν φοβήθηκα ότι είχαν τσακωθεί, μόνο εμείς τα παιδιά τσακωνόμασταν, αλλά ο καθένας τους είχε βυθιστεί σ’ ένα όνειρο. Κι έπειτα ο μπαμπάς είπε διστακτικά: «Ξέρεις, χρυσή μου, λυπάμαι πολύ για όλα αυτά». Η μαμά τού απάντησε προτού καν τελειώσει τη φράση του. «Δεν πειράζει καθόλου, αρκεί να πάνε όλα καλά αυτή τη φορά. Και θα πάνε, έτσι δεν είναι;» «Ναι, ναι, είμαι σίγουρος γι’ αυτό» τη διαβεβαίωσε ο μπα­ μπάς και πρόσθεσε σαρκαστικά: «Φαντάζομαι πως είμαι ικα­ νός να κάνω όλα όσα μου ζητάνε. Πως είμαι ικανός να εκδώσω μια μικρή προαστιακή εφημερίδα». «Αχ, καλέ μου Πιρς, ξέρω ότι η δουλειά δεν είναι αντάξιά σου» είπε η μαμά με ζέση. «Ωστόσο πόσο θεόσταλτη είναι! Τι τύχη που ο κύριος Μορπούργκο τυχαίνει να έχει στην ιδιοκτη­ σία του μια τέτοια εφημερίδα και τι ευγενικό από μέρους του να θέλει να σε βοηθήσει…» Η φωνή της έσβησε πριν ολοκλη­ ρώσει την πρότασή της. «Ξανά» συμπλήρωσε απλά ο μπαμπάς με ύφος αφηρημένο. «Ναι, είναι περίεργο που ένας τόσο πλούσιος άνθρωπος σαν τον Μορπούργκο μπαίνει στον κόπο ν’ ασχοληθεί με κάτι σαν τη Lovegrove Gazette . Γι’ αυτό που είναι, αποφέρει ικανοποιη­ τικά κέρδη, απ’ ό,τι ακούω, αλλά είναι ψίχουλα για κάποιον με τόσο τεράστια συμφέροντα. Υποθέτω όμως πως, αν συσ­ σωρεύει κανείς μια ολόκληρη περιουσία, σίγουρα θα έχει και

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=