Το σιντριβάνι ξεχειλίζει (Το χρονικό μιας οικογένειας)

R E B ECCA WE S T 28 μας. Ήταν όμως πολύ γλυκό εκ μέρους της, σκεφτόμασταν καθώς βυθιζόμασταν στον ύπνο. Αίφνης ξυπνήσαμε όλες. Ήμουν σε τέτοια εγρήγορση σαν να μην είχα κοιμηθεί στιγμή. Άπλωσα το χέρι μου και διαπί­ στωσα ότι η Μαίρη καθόταν με την πλάτη στητή και κολλημέ­ νη στο κεφαλάρι. Το ράντζο έτριξε καθώς η Κορντίλια τιναζό­ ταν πάνω επίσης. Επικρατούσε απόλυτο σκοτάδι κι ακουγόταν ένας τρομερός θόρυβος. Ήταν λες κι η νύχτα φοβόταν τον εαυτό της. Κάποιος ή κάτι χτυπούσε ένα τύμπανο. Ο ήχος δεν ήταν πολύ δυνατός, όμως αντηχούσε ολόγυρα, θαρρείς και το τύμπανο ήταν η ίδια η γη. Μας έκανε να αισθανθούμε θλίψη, όπως η αναχώρηση του μπαμπά ή όπως όταν έκλαιγε πού και πού η μαμά. Δεν σήμαινε τίποτε άλλο παρά μόνο θλίψη, την οποία διαλαλούσε ξανά και ξανά. Ο θόρυβος σταμάτησε. Το χέρι της Μαίρης χώθηκε στο δικό μου. Ύγρανα τα χείλη μου και πήρα μια βαθιά ανάσα. «Αναρωτιέμαι τι να ήταν αυτό». Στο κάτω κάτω, η Κορντίλια ήταν μεγαλύτερή μας, ίσως ήξερε κάτι που εμείς αγνοούσαμε. «Δεν είναι τίποτα» αποφάνθηκε εκείνη. «Δεν μπορεί να είναι κάτι. Θα έρχονταν να μας προειδοποιήσουν έτσι και συ­ νέβαινε οτιδήποτε επικίνδυνο». «Μα μπορεί να είναι κάτι που δεν έχει ξανασυμβεί» επισή­ μανε η Μαίρη. «Ναι, ίσως είναι μέρος της συντέλειας του κόσμου» συ­ μπλήρωσα εγώ. «Ανοησίες!» με αποπήρε η Κορντίλια. «Ο κόσμος δεν πρό­ κειται να τελειώσει στις μέρες μας». «Γιατί όχι;» επέμεινα. «Σε κάποιου τις μέρες θα πρέπει να τελειώσει». «Και, από μια άποψη, θα ήταν συναρπαστικό να βρισκό­ μασταν εκεί» πετάχτηκε η Μαίρη.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=