Το σπίτι της ευθυμίας

E D I T H W H A R T O N 28 λήφθηκε ότι η αδυναμία της να κρύψει την ενόχληση που ζωγραφίστηκε στο πρόσωπό της καθρεφτίστηκε στην ξαφνική οικειότητα που έδειξε το χαμόγελό του. Ο κύριος Ρόουζντεϊλ στάθηκε κοιτάζοντάς την με ενδια- φέρον και επιδοκιμασία. Ήταν ένας στρουμπουλός και ροδα- λός άντρας, ο τύπος του ξανθού Εβραίου, με κομψά λονδρέ- ζικα ρούχα που εφάρμοζαν πάνω του σαν ταπετσαρία και μικρά λοξά μάτια που του έδιναν ένα ύφος λες και αξιολογού- σε τους άλλους σαν ευτελή μικροπράγματα. Έριξε ένα ερω- τηματικό βλέμμα προς την είσοδο του Μπένεντικ. «Βρίσκεστε στην πόλη για ψώνια να υποθέσω;» είπε, με ένα ύφος που είχε τόση οικειότητα όση κι ένα άγγιγμα. Η δεσποινίς Μπαρτ αποτραβήχτηκε ελαφρά κι έσπευσε αμέσως να δώσει εξηγήσεις. «Ναι… ήρθα να δω τη μοδίστρα μου. Τρέχω να προλάβω το τρένο για τους Τρένορ». «Α… τη μοδίστρα σας, μάλιστα» είπε ευγενικά εκείνος. «Δεν ήξερα ότι υπήρχαν μοδίστρες στο Μπένεντικ». «Στο Μπένεντικ;» Έδειξε ελαφρά σαστισμένη. «Έτσι λέ- γεται αυτό το κτίριο;» «Ναι, ακριβώς, αυτό είναι το όνομα: μου φαίνεται ότι είναι μια παλιά λέξη που σημαίνει “εργένης”, έτσι δεν είναι; Τυχαί- νει να είμαι ιδιοκτήτης του κτιρίου… γι’ αυτό το ξέρω». Το χαμόγελό του έγινε ακόμα πιο πλατύ καθώς πρόσθετε με με- γαλύτερη βεβαιότητα: «Θα μου επιτρέψετε όμως να σας συ- νοδεύσω στον σταθμό. Οι Τρένορ βρίσκονται στο Μπέλομοντ, έτσι δεν είναι; Ίσα που προλαβαίνετε το τρένο των πέντε και σαράντα. Σας καθυστέρησε η μοδίστρα, φαντάζομαι». Η Λίλι σκυθρώπιασε με το αστείο. «Ω, σας ευχαριστώ» τραύλισε κι ακριβώς εκείνη τη στιγ-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=