Το σπίτι της ευθυμίας

Τ Ο Σ Π Ι Τ Ι Τ Η Σ Ε Υ Θ Υ Μ Ι Α Σ 19 «Αγαπητέ κύριε Σέλντεν, αυτό δεν ήταν αντάξιό σας. Είναι ανόητο εκ μέρους σας να με φλερτάρετε και συνήθως δεν είστε ανόητος». Έγειρε πίσω, πίνοντας το τσάι της με ένα ύφος τόσο γοη- τευτικά επικριτικό που, αν βρίσκονταν στο σαλόνι της θείας της, ίσως εκείνος να προσπαθούσε να της αποδείξει ότι το συμπέρασμά της ήταν λανθασμένο. «Δεν καταλαβαίνετε» συνέχισε εκείνη «ότι υπάρχουν ένα σωρό άντρες που μου λένε ευχάριστα πράγματα και ότι αυτό που επιθυμώ εγώ είναι ένας φίλος που δεν θα φοβάται να μου πει και δυσάρεστα πράγματα όταν τα έχω ανάγκη; Μου έχει περάσει απ’ το μυαλό η ιδέα ότι εσείς θα μπορούσατε να είστε αυτός ο φίλος… δεν ξέρω γιατί, παρά μόνο ότι δεν είστε ού- τε ηθικολόγος ούτε αγροίκος και ότι μαζί σας δεν θα χρειά- ζεται ούτε να προσποιούμαι ούτε να είμαι σε επιφυλακή». Η φωνή της είχε πάρει μια πιο σοβαρή χροιά και καθόταν κοι- τάζοντάς τον σοβαρά σαν ταραγμένο παιδί. «Δεν φαντάζεστε πόσο χρειάζομαι έναν τέτοιο φίλο» του είπε. «Το μόνο που ξέρει να λέει η θεία μου είναι κάτι σχολικά αποφθέγματα, όλα τους όμως ισχύουν για τη συμπεριφορά των ανθρώπων που ζούσαν στις αρχές της δεκαετίας του ’50. Έχω την αίσθηση ότι για να τα ακολουθήσω θα πρέπει να φοράω κι αραχνοΰ- φαντες μουσελίνες και φουσκωτά μανίκια. Και οι άλλες γυ- ναίκες –οι καλύτερές μου φίλες–, τι να πω, είτε με χρησιμο- ποιούν είτε με εκμεταλλεύονται, αλλά δεν τις νοιάζει καθό- λου τι θα μου συμβεί. Κυκλοφορώ εδώ και πολύ καιρό… ο κόσμος άρχισε να με βαριέται· άρχισε να λέει ότι θα έπρεπε να παντρευτώ». Ακολούθησε μια παύση, όπου ο Σέλντεν προσπάθησε να σκεφτεί κάνα δυο απαντήσεις που θα πρόσθεταν μια χαριτω-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=