Το σπίτι της ευθυμίας

Τ Ο Σ Π Ι Τ Ι Τ Η Σ Ε Υ Θ Υ Μ Ι Α Σ 13 που προσπαθούσαν να δροσιστούν ανεμίζοντας χαρτιά ή βε- ντάλιες από φοινικόφυλλα. Ήταν δυνατό να ανήκει κι εκείνη στην ίδια συνομοταξία; Η αθλιότητα και η χοντροκοπιά σε αυτό το μέσο δείγμα γυναικών του έδινε να καταλάβει πόσο εξαιρετικά ξεχωριστή ήταν εκείνη. Μια περαστική μπόρα είχε δροσίσει την ατμόσφαιρα και τα σύννεφα έστεκαν ακόμα αναζωογονητικά πάνω από τον βρεγμένο δρόμο. «Τι όμορφα! Ας περπατήσουμε λιγάκι» είπε εκείνη καθώς βγήκαν από τον σταθμό. Έστριψαν στη Λεωφόρο Μάντισον και προχώρησαν προς τα βόρεια. Καθώς περπατούσε πλάι του, με τα μεγάλα κι ανάλα- φρα βήματά της, ο Σέλντεν αντιλαμβανόταν ότι η παρουσία της κοντά του του προκαλούσε μια βαθιά απόλαυση: από το σχήμα του μικρού αυτιού της, τον κυματισμό των μαλλιών της –τα είχε άραγε ξανοίξει τεχνητά;– και από το πυκνό δάσος που σχημάτιζαν οι ίσιες μαύρες βλεφαρίδες της. Καθετί επάνω της ήταν σφριγηλό και εξαίσιο, ταυτόχρονα δυνατό και φίνο. Του δημιουργούσε μια συγκεχυμένη εντύπωση ότι η κατασκευή της πρέπει να είχε κοστίσει πολύ ακριβά, ότι πολλοί βαρετοί και άσχημοι άνθρωποι θα πρέπει, με κάποιον μυστηριώδη τρό- πο, να είχαν θυσιαστεί για να δημιουργηθεί εκείνη. Ο Σέλντεν αντιλαμβανόταν ότι τα χαρίσματα που την έκαναν να ξεχωρίζει από το κοπάδι των ομοφύλων της ήταν κυρίως εξωτερικά: λες και μια λεπτή επίστρωση ομορφιάς και φινέτσας είχε περαστεί πάνω σε ακατέργαστο πηλό. Ωστόσο η αναλογία αυτή δεν τον ικανοποιούσε, γιατί μια τραχιά πρώτη ύλη δεν μπορεί να δεχτεί ένα τόσο λεπτεπίλεπτο φινίρισμα· και δεν υπήρχε άραγε η πε- ρίπτωση να ήταν εξαιρετικό το υλικό, αλλά οι περιστάσεις να του είχαν δώσει ένα σχήμα δίχως νόημα;

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=