Το σπάσιμο
3 Χαλκιδική, πρώτο πόδι, Ιούλιος 2018 Ο βόμβος που κάνει το τηλέφωνό του του θυμίζει εκείνα τα έντομα που παγιδεύονται ανάμεσα στις κουρτίνες και προ σπαθούν να σωθούν. Δεν θυμάται πώς τα λένε. Σκαθάρια; Όπως και να τα λένε, ο βόμβος επιμένει και αυτός τον ακούει ευχάριστα ανάμεσα στους άλλους ήχους που μπαίνουν από το ανοιχτό πα ράθυρο. Τζιτζίκια, η χλοοκοπτική μηχανή –επέμενε να προμηθευ τούν ηλεκτρική, ώστε να μην κάνει θόρυβο–, τα μπεκ που ποτίζουν το γρασίδι, το κύμα που απλώνεται απαλά στην ακρογιαλιά. Οι κουρτίνες ανεμίζουν πέρα δώθε από τον αέρα που μετα φέρει τους ήχους στο δωμάτιο όπου είναι ξαπλωμένος. Λευκές κουρτίνες, φως και αέρας από το ανοιχτό παράθυρο, ήχοι της φύσης, μυρωδιές που μπλέκονται μεταξύ τους. Μυρίζει πεύκο και θάλασσα, φρεσκοκομμένο γρασίδι και καφές εσπρέσο. Ανοίγει τα μάτια του. Νιώθει τόσο τυχερός και γεμάτος, τόσο ανίκητος, που θέλει να φωνάξει. Να βγάλει μια κραυγή δυνατή που θα σμπαραλιάσει όλα όσα τον εκνεύριζαν και τον εκνευρίζουν σαν ενοχλητικά έντομα. Να, σαν και αυτό που μοιάζει με σκαθάρι –μάλλον σκαθάρια τα λένε– και κάνει έναν επαναλαμβανόμενο βόμβο, επίμονο, που τον ξύπνησε και συνειδητοποίησε πού βρίσκεται.
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=