Το σατανικό σχέδιο των αιωνίων (Το μαγικό αρωματοπωλείο)
μάτα, ρίγανη και τυρί απλώθηκε στον χώρο. Κοίταξα τον μπαμπά λάμποντας. «Καιρό είχες να φτιάξεις λαζάνια!» είπα και πήρα από τη μαμά το επιπλέον πιάτο που έβγαλε από το ντουλάπι. Έστρωσα γρήγορα το τραπεζομάντιλο και κάθισα δίπλα στον Μπένο, που κρατούσε ήδη το κουτάλι στο ένα χέρι, το μαχαίρι στο άλλο, και τραγουδούσε δυνατά « Πεινάμε, πεινάμε, πεινάαμε και διψάααμε! » χτυπώντας ρυθμικά τα μαχαιροπίρουνα. Έβαλα τα γέλια. ΟΜπένο τραγουδούσε έτσι μόνο όταν του άρεσε το φαγητό. Δεν υπήρχε μεγαλύτερος φαν των λαζανιών στον κόσμο από τον αδερφό μου. Κοίταξα τον μπαμπά, που έβγαλε την ποδιά και κάθισε μαζί μας στο τραπέζι. «Εμπρός λοιπόν!» είπε και έκοψε το τυρί που τσιτσί- ριζε πάνω από τα λαζάνια. Μου έτρεχαν τα σάλια όσο φυσούσα το φαγητό για να κρυώσει. Συνειδητοποίησα πόσο όμορφο ήταν που είχαμε πάλι τον μπαμπά να μας μαγειρεύει. Ομπαμπάς είχε θυμώσει πολύ μαζί μας το φθινόπωρο – τότε που πήγαμε με τον Ματς στο Άμστερνταμ χωρίς να τον ρωτήσουμε. Θύμωσε τόσο, που επί μέρες δεν τρώ- γαμε παρά μόνο βαρετό ψωμί ολικής άλεσης με βούτυρο και τυρί. Τι καλά που του πέρασαν τα νεύρα και ξανα- βρήκε τον εαυτό του! Ύστερα από τη γενναία μάχη που δώσαμε με τονΜπέ- νο για την τελευταία μερίδα λαζάνια –μάχη που έληξε ισόπαλη–, ανεβήκαμε στα δωμάτιά μας. Άκουσα τονΜπέ- 19
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=