Το νησί των θησαυρών

13 σή του άλλαζαν χίλιες φορές. Πότε το πόδι ήταν κομμένο στο γόνατο, πότε στον γοφό. Πότε ήταν ένα τερατώδες πλάσμα με ένα πόδι που ξεφύτρωνε από τη μέση του κορμιού του. Οι χειρότεροι εφιάλ- τες ήταν όταν τον έβλεπα να πηδά, να τρέχει και να με κυνηγά πάνω από θάμνα και χαντάκια. Γενικά το πλήρωνα ακριβά το ασημένιο μου κάθε μήνα με όλους εκείνους τους απαίσιους εφιάλτες. Παρόλο που έτρεμα όμως στην ιδέα του ναυτικού με το ένα πόδι, τον ίδιο τον καπετάνιο τον φοβόμουν πολύ λιγότερο από οποιονδήποτε άλλον που τον ήξερε. Υπήρχαν βραδιές που έπινε περισσότερο ρούμι με νερό από όσο άντεχε το κεφάλι του. Καθό- ταν τότε και τραγουδούσε μερικές φορές εκείνα τα παλιά, πονηρά, αγριευτικά θαλασσινά τραγούδια, χωρίς να δίνει σημασία σε κανέναν. Άλλες φορές όμως κερνούσε όλο το μαγαζί κι ανάγκαζε τους τρε- μάμενους θαμώνες να ακούν τις ιστορίες του ή να τραγουδούν μαζί του. Δεν ήταν λίγες οι φορές που άκουγα το σπίτι να σειέται από τα «Γιο-χο-χο, κι ένα μπουκάλι ρούμι», με όλους τους γείτονες να τραγου- δούν μαζί του θέλοντας και μη, από φόβο μη χάσουν τη ζωή τους, ο ένας πιο δυνατά από τον άλλο, για να αποφύγουν την παρατήρηση. Στις κρίσεις του αυτές γινόταν ο πιο αυταρχικός άνθρωπος που θα μπορούσε να γνωρίσει ποτέ κανείς. Χτυπούσε το χέρι στο τραπέζι για να σωπάσουν όλοι. Πεταγόταν

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=