Το νεκρό αγόρι

19 3 ΗΝτίνα Φίαρ φορούσε τεράστια γυαλιά με μαύρο σκελετό. Τα σκούρα μάτια της έδειχναν γουρλωτά από κάτω, κάνο­ ντάς τη να μοιάζει με κουκουβάγια. Φορούσε μακρυμάνι­ κο μαύρο ζιβάγκο, παρά τη ζεστή βραδιά, πάνω από μία ίσια, κοντή μαύρη φούστα και μαύρο κολάν. Πρόσεξα τα σκουλαρίκια της – μικρές ασημένιες νεκροκεφαλές. Είχε και στη μύτη μια ασημένια νεκροκεφαλή. «Συγγνώμη» είπα αμήχανα. «Δεν έβλεπα πού πήγαινα. Θα…» «Δεν πειράζει, Κέιτλιν». Ένιωσα ένα μικρό σκίρτημα έκπληξης. Δεν είχα φανταστεί ότι ήξερε η Ντίνα το όνομά μου. Τα μάτια της στράφηκαν στον καρπό μου. «Μου αρέ­ σει το βραχιόλι σου». Κοιτούσε το ασημένιο βραχιόλι που μου είχαν φέρει οι γονείς μου από τις διακοπές τους στις Μπαχάμες. Έκπληκτη την είδα να τυλίγει το χέρι της γύρω από τον καρπό μου και το βραχιόλι. Ήταν ζεστό και στεγνό το χέρι της. Τα νύχια της ήταν βαμμένα το μισό μαύρο και το άλ­ λο μισό άσπρο. Κράτησε για αρκετή ώρα τον καρπό μου. «Έχει δυνάμεις;» Μιλούσε τόσο σιγά, που δεν ήμουν σίγουρη αν άκουσα καλά. «Δυνάμεις; Το βραχιόλι;»

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=