Το μήνυμα

Y R S A S I G U R D A R D O T T I R 10 δεν θα την έβλεπε και θα έφευγε ξανά. Όχι, καλύτερα να τα έβα­ ζε με το κρύο, παρά να ρίσκαρε κάτι τέτοιο. Ένα αυτοκίνητο στο ίδιο χρώμα με του πατέρα της πέρασε, αλλά η Βάκα πρόσεξε ότι ήταν άλλη μάρκα, άλλος άνθρωπος, και η διάθεσή της πήρε ξανά την κάτω βόλτα. Μήπως την είχε ξεχάσει; Ήταν η πρώτη της μέρα στο νέο σχολείο, έτσι ίσως εκείνος υπέ­ θετε ότι θα γυρνούσε σπίτι περπατώντας, όπως έκανε συνήθως. Για εκατοστή φορά ένιωσε μια σουβλιά νοσταλγίας για το παλιό της σπίτι. Το μοναδικό πράγμα που ήταν καλύτερο στο καινούρ­ γιο ήταν το δωμάτιό της, που ήταν μεγαλύτερο και πολύ πιο κουλ απ’ αυτό που είχε στο παλιό τους διαμέρισμα. Όλα τα υπόλοιπα είχαν αλλάξει προς το χειρότερο, ανάμεσά τους το σχολείο. Τα άλλα παιδιά, ειδικά… Δεν ήξερε κανέναν. Στην παλιά της τάξη γνώριζε τους πάντες, ακόμα και τα ονόματα των κατοικίδιων των άλλων κοριτσιών. Τώρα ένα πλήθος από νέα ονόματα και πρό­ σωπα στριμώχνονταν στο μυαλό της και δεν μπορούσε να τα βάλει σε μια σειρά. Ήταν σαν εκείνο το παιχνίδι μνήμης στο οποίο δεν είχε κερδίσει ποτέ, παρά μόνο όταν η μητέρα της έπαιζε για να χάσει επίτηδες. Η Βάκα ρούφηξε τη μύτη της. Πόση ώρα θα έπαιρνε στον πα­ τέρα της μέχρι να καταλάβει ότι έπρεπε να έρθει να την πάρει; Σήκωσε το βλέμμα της και κοίταξε το κεντρικό κτίριο ελπίζοντας να δει κάποιον, αλλά τα παράθυρα ήταν σκοτεινά και δεν υπήρ­ χε το παραμικρό ίχνος κίνησης. Άλλη μια ριπή του ανέμου έκανε τα μάγουλά της να τσούξουν και ρίγησε. Σηκώθηκε όρθια και άρχισε να ανεβαίνει τα σκαλιά της εισόδου. Θα έπρεπε να υπάρ­ χει κάποιος μεγάλος μέσα, κάποιος που θα την άφηνε να χρησι­ μοποιήσει το τηλέφωνο. Όμως η πόρτα ήταν κλειδωμένη. Δεν είχε νόημα να χτυπήσει · το χοντρό ξύλο έπνιγε τον ήχο. Κατεβάζοντας τη γροθιά της, σήκωσε το βλέμμα της και κοίταξε τη μεγάλη πόρ­ τα, με την αμυδρή ελπίδα ότι θα άνοιγε έτσι κι αλλιώς. Τίποτε

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=