Το μέλι το θαλασσινό

49 Τ Ο Μ Ε Λ Ι Τ Ο Θ Α Λ Α Σ Σ Ι Ν Ο Είπαμε ότι το χεράκι είναι εκεί αντί για κουδούνι. Αλλά είναι και άχρηστο συγχρόνως γιατί η πόρτα είναι πάντα ξεκλείδωτη και όποιος θέλει να μπει στην αυλή βάζει το χέρι του ανάμεσα από τα κάγκελα και την ανοίγει. Από την αυλόπορτα, ένα μακρύ μονοπάτι στρωμένο με άσπρα βότσαλα οδηγεί στο σπίτι. Δεξιά και αριστερά του μονοπατιού υπάρ- χουν πολλές τριανταφυλλιές σε όλα τα χρώματα και μια σειρά από πεύκα. Μετά τα πεύκα αρχίζουν οι λεμονιές. Κοντά στο σπίτι το μονο- πάτι φαρδαίνει και στρογγυλεύει, σχηματίζοντας μια μικρή πλατεία. Έτσι τη λέμε με τον Μάριο γιατί, κατά τη γνώμη μας, έχει όλα όσα έχει μια πλατεία. Δηλαδή είναι στρωμένη με άσπρες μεγάλες πλάκες, ενώ κατά διαστήματα έχει και πέτρινες πλάκες, που φτιάχνουν ένα ωραίο σχέδιο, σαν σκάκι. Στη μέση της πλατείας μας υπάρχει ένα σιντριβάνι, χτισμένο με βότσαλα. Γύρω του είναι τέσσερα ξύλινα παγκάκια με σιδερένια πόδια, όπως ακριβώς στα πάρκα στην πόλη, και μετά αρχίζουν τα δέντρα. Πολλά δέντρα. Έτσι, εκεί είναι πάντα σκιερά και δροσερά. Το μόνο που λείπει από τη δική μας πλατεία είναι ένα άγαλμα – γιατί δεν γνωρίζουμε καμιά σοβαρή πλατεία που να μην έχει του- λάχιστον ένα. Όταν το είπαμε αυτό πριν από χρόνια στην Τετερία, εκείνη μας προέτρεψε να γίνουμε σπουδαίοι άνθρωποι, για να στήσουν το δικό μας άγαλμα εδώ. Καλή ιδέα, δεν λέω. Αλλά δεν χρειάζεται να πεθά- νουμε πρώτα; Μόλις τελειώνει η πλατεία, αρχίζει το σπίτι, που μας υποδέχεται με τη βεράντα με τα φαρδιά σκαλιά. Απ’ τη μια πλευρά της βεράντας υπάρχει ένα σιδερένιο άσπρο σαλόνι που το λένε φερ φορζέ –«και για τους ξένους» σαν να λέμε–, από την άλλη ένα μακρύ τραπέζι όπου τρώμε τα μεσημέρια και τα βράδια του καλοκαιριού, παίζουμε

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=