Το μέλι το θαλασσινό

41 Τ Ο Μ Ε Λ Ι Τ Ο Θ Α Λ Α Σ Σ Ι Ν Ο κρυφά από τους υπόλοιπους και πίνουμε τσουγκρίζοντας τα ποτή- ρια. Όταν το είπα κάποτε στον Μάριο, γιατί βέβαια δεν μπορώ να κρατήσω το στόμα μου κλειστό, εκείνος έμπηξε τα κλάματα και από τότε τον κάναμε μέλος στην παρέα της «λεμονοβερμουτάδας», όπως τη λέμε. Βέβαια, για να σας πω την αλήθεια, τώρα είναι καλύτερα. Τσουγκρίζουμε τρία ποτήρια και έχει περισσότερη πλάκα και πιο ωραίο ήχο. Τσιν τσιν! Τη λατρεύω γιατί, όταν εμείς είμαστε στην πόλη και εκείνη στο χωριό, μου γράφει ωραία γράμματα και είναι πάλι σαν να είμαστε μαζί. Τα γράμματά της δεν τα διαβάζει κανένας άλλος, είναι μόνο δικά μου και δεν τα δίνω ούτε καν στον Μάριο. Αυτός, ενώ στην αρχή μού ζητούσε να τα διαβάσει, τώρα καταλαβαίνει ότι είναι «αυ- στηρώς προσωπικά» και ούτε που το συζητάει πια. Τη θαυμάζω γιατί μοσχοβολάει όπως οι ανθισμένες λεμονιές. Η Τετερία λατρεύει τα άνθη της λεμονιάς και τα βάζει παντού: στα βάζα, στο δωμάτιό της, στα συρτάρια της, στα ρούχα της, στα σκε- πάσματά της. Δεν μιλάει πολύ με τους άλλους. Πιο σωστό είναι να πω ότι μι- λάει ελάχιστα. Και, όταν είναι απαραίτητο, ας πούμε για να φωνά- ξει τον παππού στο τραπέζι, χαμηλώνει το βλέμμα και η φωνή της είναι σιγανή και διστακτική. Όταν πρέπει να απαντήσει στη γιαγιά που την ξυπνάει νωρίς κάθε πρωί, λέει μαλακά: «Έρχομαι, βρε μά- να, έρχομαι» και ποτέ δεν θυμώνει. Και όμως. Σ’ εμένα η Τετερία μιλάει ώρες ατελείωτες και για τα πάντα. Και στον αδελφό μου φυσικά, αλλά αυτός, καταλαβαίνετε, είναι και αγόρι… Όταν η θεία μου περπατάει μέσα στο σπίτι, που έχει σανιδένιο πάτωμα, πάντα ξέρεις πού βρίσκεται. Το μεγάλο ξύλινο παπούτσι που φοράει στο ένα της πόδι, καθώς έχει στο κάτω μέρος του ένα σίδερο, κάνει πολύ θόρυβο. Όμως εκείνη πατάει ελαφρά και αργά,

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=