Το μέλι το θαλασσινό
40 Μ Α Ι Ρ Η Κ Ο Ν Τ Ζ Ο Γ Λ Ο Υ ακούει με προσοχή. Και στο τέλος σταυροκοπιέται και μουρμουρί- ζει: «Καλό και ευλογημένο να ’ναι…». Το δεύτερο σπόρι που έβαλε ο παππούς στη γιαγιά ήταν το σπόρι για την Τετερία. Μάλλον θα ήταν κάπως χαλασμένο, μπορεί και ξερό, γιατί δημιουργήθηκε πρόβλημα με το ποδαράκι της. Αλλά καλύτερα να σας τα πω με τη σειρά. Η θεία μου η Ελευθερία, όπως τα ’χουμε ξαναπεί, είναι όμορφη. Και κουτσή. Πολύ όμορφη και πολύ κουτσή. Και έχει τα ωραιότερα μάτια του κόσμου. Λένε ότι τα έχω κληρονομήσει και εγώ, αλλά και πάλι αυτό δεν το καταλαβαίνω: Πώς γίνεται να κληρονομείς μάτια, όταν ο άλλος ζει ακόμη; Και τι είναι τα μάτια, μου λέτε; Σπίτι, κτή- ματα ή έστω δαχτυλίδι με πράσινη πέτρα, σαν αυτό που φοράει η γιαγιά και λέει ότι θα το κληρονομήσω εγώ όταν πεθάνει; Η θεία Ελευθερία όταν χαμογελάει, σπάνια βέβαια και μόνο σ’ εμένα, γιατί είμαι το «χελιδονάκι της», αστράφτουν τα μάτια της σαν το δαχτυλίδι της γιαγιάς και εγώ λιώνω από αγάπη. Γιατί την αγαπώ τόσο; Για πολλά πράγματα. Γιατί, όταν ήμουν μικρή –και όχι τώρα, που είμαι μεγάλο κορίτσι πια–, όταν με πίεζαν να φάω, εκείνη με αγκάλιαζε και έλεγε να μ’ αφήσουν ήσυχη, θα έτρωγα όταν θα πεινούσα. Πολύ λογικό. Ξέρε- τε κανέναν να τρώει χωρίς να πεινάει; Πάντως, αν και θα το ήθελα για να τη δικαιώσω, εγώ ποτέ δεν πείνασα… Την Τετερία την αγαπώ γιατί, όταν πέφτω και χτυπώ τα γόνατά μου, δεν μου βάζει στην πληγή οινόπνευμα που τσούζει, αλλά οξυ- ζενέ που μόνο αφρίζει και κάνει την ίδια δουλειά. Την αγαπώ γιατί, όταν μου χτενίζει τα μαλλιά, το κάνει απαλά και αργά και δεν πονάω καθόλου, όχι σαν τη μαμά, που πάντα λέει να καθίσω ακίνητη γιατί βιάζεται και έχει «πρώτη ώρα» στο σχολείο. Την αγαπώ γιατί μου δίνει λεμονάδα με μία σταγόνα βερμούτ
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=