Το μαγικό βουνό

ΤΟ ΜΑΓΙΚΟ ΒΟΥΝΟ | 25 «Πολύ ευγενικό εκ μέρους σου» τον ευχαρίστησε ο Χανς Κάστορπ. «Τι όμορφο δωμάτιο! Ό,τι πρέπει για να μείνει κανείς ευχάριστα λίγες βδομάδες». «Προχθές πέθανε εδώ μια Αμερικάνα» είπε ο Γιοάχιμ. «Ο Μπέρενς είπε αμέσως ότι θα τελείωνε μέχρι να ’ρθεις και ότι το δωμάτιο θα ήταν στη διάθεσή σου. Μαζί της ήταν ο αρραβωνιαστικός της, άγγλος αξιω­ ματικός του Ναυτικού, αλλά δεν φέρθηκε και πολύ θαρραλέα. Κάθε τόσο έβγαινε στον διάδρομο για να κλάψει σαν μικρό παιδί. Και ύστε­ ρα έτριβε τα μάγουλά του με cold cream, γιατί ήταν ξυρισμένος και τον έτσουζαν, φαίνεται, τα δάκρυα. Προχθές το βράδυ είχε η Αμερι­ κάνα δυο πρώτης τάξεως αιμοπτύσεις, και τέλος. Αλλά την είχαν πάρει από χθες το πρωί και ύστερα απολύμαναν βέβαια καλά το δωμάτιο, ξέρεις με φορμόλη, λένε ότι είναι καλή για τέτοιες δουλειές». Ο Χανς Κάστορπ άκουγε τη διήγηση με ζωηρή αφηρημάδα. Με σηκωμένα τα μανίκια, στεκόταν μπροστά στον φαρδύ νιπτήρα, του οποίου οι νικέλινες βρύσες άστραφταν στο ηλεκτρικό φως, και ούτε έριξε ένα βλέμμα στο λευκό μεταλλικό φρεσκοστρωμένο κρεβάτι. «Απολύμανση, εξαίρετα» είπε σαν να είχε διάθεση για κουβέντα και κάπως ασυνάρτητα, ενώ έπλενε και σκούπιζε τα χέρια του. «Μάλιστα, μεθυλαλδεΰδη, δεν την αντέχει ούτε το ισχυρότερο μικρόβιο – H 2 CO, αλλά ερεθίζει τη μύτη, δεν είν’ έτσι; Βεβαίως, η αυστηρή καθαριότητα είναι βασική προϋπόθεση…» Πρόφερε το σίγμα-ταυ αμβουργέζικα, χω­ ρίζοντας τους φθόγγους, ενώ ο εξάδελφός του είχε συνηθίσει από τα φοιτητικά του χρόνια τη διαδεδομένη προφορά, και συνέχισε σαν να μιλούσε για κάτι που γνώριζε καλά: «Τι ήθελα να πω… Ο αξιωματικός θα ξυριζόταν μάλλον με ξυριστική μηχανή, γιατί γδέρνεται κανείς ευκο­ λότερα μ’ αυτά τα πράγματα παρά μ’ ένα καλοακονισμένο ξυράφι, αυτή την εμπειρία έχω τουλάχιστον εγώ, που χρησιμοποιούσα πότε το ένα και πότε το άλλο. Ε, και το αλμυρό νερό πονάει βέβαια στην ερεθισμένη επιδερμίδα, θα ’χε συνηθίσει από την υπηρεσία του να χρησιμοποιεί cold cream, δεν μου φαίνεται καθόλου παράξενο…» Και συνέχισε ναφλυαρεί, είπε ότι είχε διακόσια Μαρία Μαντσίνι –τα πούρα του– στη βαλίτσα –ο τελωνειακός έλεγχος ήταν απολύτως άνετος– και μετέφερε τους χαιρε­ τισμούς διάφορων προσώπων από την πατρίδα. «Δεν θερμαίνουν εδώ;» φώναξε ξαφνικά και έτρεξε στους σωλήνες για να βάλει τα χέρια του.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=