Το μαγικό αρωματοπωλείο
σα στο τέλος του δρόμου, άνοιξα την πόρτα και προς στιγμή τρόμαξα με το καμπανάκι που κουδούνισε πάνω απ’ το κεφάλι μου. Ο χώρος είχε παλιομοδίτικη διακό- σμηση, ήταν στενός και οι άνθρωποι συνωστίζονταν. Κλασικό συνοικιακό μαγαζάκι! Συμπάθησα αμέσως τον καινούριο μας φούρναρη και στήθηκα στην ουρά. Οι μυρωδιές από ζεστά ψωμάκια βανίλια και κανέλα ήταν υπέροχες. Μπροστά μου στέκονταν δύο αγόρια. Το ένα γύρισε προς το μέρος μου. Με περνούσε σχεδόν ένα κεφάλι και τουλάχιστον δύο τάξεις στο σχολείο. Πριν προλάβω να στρέψω το βλέμμα αλλού, εκείνο ανασήκωσε το φρύδι. Αμέσως ένιωσα τη θερμοκρασία μου ν’ ανεβαίνει. Ύστε- ρα μου χαμογέλασε κιόλας. Προσευχόμουν να μη γίνω πάλι κατακόκκινη! Το έκανα με μεγάλη επιτυχία κάθε φορά που ένιωθα άβολα. «Γεια» είπε. «Είσαι καινούρια εδώ;» Τσακ! Το σώμα μου άρχισε αμέσως να μεταμορφώνε- ται σε σπίρτο. Άκαμπτο σαν μπαστούνι και στην κορυφή το κόκκινο κεφάλι. «Εμ… μετακομίσαμε χτες στη Βίλα Εύα» είπα μόνο και μόνο για να πω κάτι. «Εκείνο το παλιό σπίτι με…» «Μιλάς σοβαρά; Μένεις στη Βίλα Εύα ;» Άνοιξε διάπλα- τα τα μάτια του και σκούντησε το καστανό αγόρι δίπλα του. Το χαμόγελό του έγινε πλατύτερο. «Τι έχεις να πεις, Ματς; Μένει δίπλα μας. Στην αγαπημένη σου…στοιχειω- μένη βίλα!» Στοιχειωμένη βίλα; Καλά αρχίσαμε. Είμαι εδώ λιγότερο 19
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=