Το μαγικό αρωματοπωλείο
σημέρι». Η μαμά ήπιε μια τελευταία γουλιά από τον κα- φέ της και με κοίταξε. «Χρειαζόμαστε επειγόντως ψωμί για αύριο. Ξέρω, μόλις ξύπνησες, αλλά έχουμε τόσες δουλειές να…» «Ναι, ναι, πάω. Κανένα πρόβλημα». Εδώ και έναν χρό- νο η σαββατιάτικη επίσκεψη στον φούρνο ανήκε στα καθήκοντά μου. «Ευχαριστώ, αγάπη μου» είπε η μαμά με γλυκιά φωνή. «Ο φούρνος είναι ευθεία κάτω απ’ το σπίτι, λίγο πριν τη διασταύρωση». «Οκέι». Έβαλα γρήγορα το πιάτο μου στον νεροχύτη. Βασικά χαιρόμουν που είχα λόγο να ξεπορτίσω. Έπλυνα τα δόντια μου και προς στιγμήν αναρωτήθη- κα ποιος ήταν ο πιο γρήγορος τρόπος να τιθασεύσω τα μαλλιά μου σε ένα χτένισμα. Αλλά ούτε και σήμερα βρή- κα πολλές λύσεις για τα καστανόξανθα πράσα μου. Τε- λικά τα έπιασα κοτσίδα – πρώτον δεν είναι χτένισμα που πολυτραβάει την προσοχή και δεύτερον φτιάχνεται γρή- γορα. Μπήκα στο χολ, πήρα τα λεφτά που είχε αφήσει η μαμά, φόρεσα τα αθλητικά μου, πέταξα ένα «Τα λέμε» και έκλεισα πίσω μου την πόρτα. Πήδηξα τα τέσσερα σκαλιά της βεράντας μας και κατέβηκα την οδό Λαβέ- ντελβεγκ για να πάω στον φούρνο. Οι φράκτες των κήπων δεξιά κι αριστερά μού έφταναν μόνο μέχρι το γόνατο και, ως παιδί της πόλης, το βρήκα ασυνήθιστο. Οφούρνος δεν ήταν μακριά. Αναγνώρισα από μακριά την ταμπέλα με το ζωγραφισμένο κρουασάν. Όταν έφτα- 18
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=