Το μαγικό αρωματοπωλείο
Και όπως φαινόταν, θα ακολουθούσαν πολλές ακόμα. Φόρεσα τζιν και ένα μπλουζάκι και κατέβηκα τη σκά- λα. Τα ξύλινα σκαλιά έτριζαν σε κάθε βήμα, αναγγέλλο- ντας την άφιξή μου. Κάτω μύριζε το ίδιο περίεργα. Σαν να ανακατεύονταν πολλές μυρωδιές μαζί. Όχι δυσάρεστες, αλλά σίγουρα παράξενες. Αυτό το μείγμα με ακολουθούσε και ταυτό- χρονα ερχόταν καταπάνω μου. Υπήρχε παντού, όπως όταν βρίσκεσαι σε έναν κλειστό χώρο, σε ένα ασανσέρ για παράδειγμα, και μπαίνει μέσα κάποιος που έχει ψε- καστεί με άρωμα και η μυρωδιά απλώνεται παντού και εγκλωβίζεται εκεί. Έλπιζα να μη με διαποτίσει και στο μέλλον μαρτυράει την άφιξή μου από μακριά, με ή χωρίς τη θέλησή μου. Ευτυχώς υπήρχαν και κάποιες γνώριμες μυρωδιές, όπως η μυρωδιά από το φρυγανισμένο ψωμί, το λιωμένο βούτυρο και τον καφέ, οπότε πέρασα στριμωχτά από τα κιβώτια της μετακόμισης και πήγα στην κουζίνα. Η οι- κογένειά μου καθόταν από ώρα στο τραπέζι. Ο Μπένο έγλειφε τη μαρμελάδα από το ψωμί του και κουνιόταν μπρος πίσω στην καρέκλα. «Η σκέτη μαρμελάδα δεν πιάνεται για πρωινό». Η φωνή του μπαμπά φανέρωνε ότι δεν ήταν η πρώτη φορά μέσα στη μέρα που το έλεγε αυτό. «Καλημέρα» είπα. «Καλημέρα, θησαυρέ μου!» Η μαμά ήπιε μια γουλιά από τον καφέ της και γύρισε σελίδα στην εφημερίδα της. Τίποτα δεν είχε αλλάξει λοιπόν. Άρπαξα μια φέτα ψω- 15
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=