Το φτυάρι

L I Z E S P I T 22 Ξέρει ότι οι κάτοικοι του χωριού θα ξανάρθουν έτσι κι αλλιώς: όσοι κάνουν τον δύσκολο υποχρεώνονται να φάνε στη μάπα δέκα λεπτά οδήγησης μέχρι το πλησιέστερο χωριουδάκι για ένα πακέτο αλεύρι. Και τα θέματα αρχής έχουν τα όριά τους. Ακόμα και ο ξάδελφος του Λόρενς θα αναγκαζόταν κάποια στιγμή να ξαναγοράσει ζυμαρικά. Μπαίνω μέσα. Η ημέρα έχει ήδη αρχίσει καλά, το μόνο που της λείπει ακόμα είναι μερικές μαγικές μπάλες. Η πα­ ρουσία μου ξυπνάει την προσοχή ενός κουδουνιού, που όμως δεν είναι σαν το κουδούνι του κρεοπωλείου. Αυτό εδώ μοιά­ ζει περίπου με στρίγκλισμα. Τα στόρια του καταστήματος είναι μόλις ανεβασμένα, στο εσωτερικό επικρατεί σκοτάδι. Μία παγερή μυρωδιά κλεισού­ ρας πλανιέται ανάμεσα στα παραφορτωμένα ράφια. Η πρωι­ νή μυρωδιά σε δωμάτιο που δεν αερίστηκε ποτέ. Εγώ περι­ μένω υπομονετικά, παρακολουθώντας την πίσω πόρτα, αυ­ τήν που οδηγεί στο διαμέρισμα της Ανιές. Εκεί πηγαίνει και τρυπώνει, εκεί λύνει τα φωτοτυπημένα της σταυρόλεξα. Πρέπει να υπάρχει ένα τραπέζι και μια καρέκλα, μια κουζίνα. Κανείς δεν είναι σε θέση να το επιβεβαιώσει. Μένω ακίνητη και περιμένω, γιατί στην Ανιές δεν αρέσουν οι πελάτες που αρχίζουν να ψαχουλεύουν όσο εκείνη λείπει. Λύνω τα κορδόνια μου, ανασύρω τα κέρματα από τις κάλτσες μου. Δεν ήταν ανάγκη να κρύψω τα χρήματα σήμερα το πρωί. Αφού τελικά η μαμά δεν με είδε να φεύγω. Ακούω: «Βρε, βρε, η Εύα!». Αποτελειώνω το δέσιμο του κορδονιού και σηκώνομαι όρθια. Η Ανιές πηγαίνει στον πάγκο της βιαστικά, περπατάει καμπουριασμένη. Η πλάτη της σχηματίζει μια επίπεδη επι

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=