Το φτυάρι

L I Z E S P I T 20 Κουνάω πάλι το κεφάλι. «Ε λοιπόν, τι είπα;» « Ότι δεν πρέπει ποτέ να μετανιώνουμε». « Δεν σε ακούω». « Δεν πρέπει ποτέ να μετανιώνουμε» επαναλαμβάνω, πιο δυνατά αυτή τη φορά. Μόνο τότε κοιτάζει προς το μέρος μου, με βλέπει να στέ­ κομαι εκεί, με τα δάχτυλα σφιγμένα στη σκάλα. Για μια στιγμή σωπαίνει. «Εύα, πρέπει να κάνεις κάτι για τα μαλλιά σου. Δεν είναι ωραία έτσι». Εμένα μου φαίνεται ότι τα μαλλιά μου έχουν το σωστό μήκος: αρκετά κοντά για να τα αφήνω λυτά όταν κάνει κρύο, όσο χρειάζεται μακριά για να τα δένω όταν έχει ζέστη. Πρέ­ πει απλώς να τα συνηθίσει έτσι ο μπαμπάς. Έκοψα μόνη μου δύο ή τρεις πόντους την περασμένη εβδομάδα, επειδή στις άκρες είχαν ψαλίδα. Το έκανα μπροστά στον καθρέφτη, πά­ νω από το παλιομοδίτικο έπιπλο στο γεμάτο μούχλα μπάνιο μας, με το ψαλίδι που χρησιμοποιεί μερικές φορές η μητέρα μου για τα υφάσματα. «Ευχαριστώ που κράτησες τη σκάλα, Εύα». Ο πατέρας μου έχει βγάλει το κεφάλι του από τη θηλιά και στέκεται ήδη δύο σκαλοπάτια πιο κάτω. «Μόνο εσύ το ξέρεις. Ακόμα και η μητέρα σου δεν έχει ιδέα. Ας μείνει όπως έχει». Ψαχουλεύει στην τσέπη του και, στηρίζοντας τη μέση του στα μεσαία σκαλοπάτια, ανάβει κι άλλο τσιγάρο. «Το ότι σου το έδειξα είναι μάλλον καλό σημά­ δι». Τα μάγουλά του βαθαίνουν, σαν να τα έχουν ρουφήξει τα σαγόνια του. Κατεβαίνει προσεκτικά τα τελευταία σκαλο

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=