Το φθινόπωρο
Τ Ο Φ Θ Ι Ν Ο Π Ω Ρ Ο 13 και η πλήξη του άλλου, θέλουν να καταλάβουν τίνος η υπομονή έχει φτάσει στα όριά της, ποιος είναι ένα βήμα προτού τα τινάξει όλα στον αέρα. «Τι σου συμβαίνει;» επέμεινε πάλι η Σάντρα. «Γιατί με ξαναρωτάς;» «Συννέφιασες». «Πότε;» «Μόλις τώρα». Δεν ήθελα να μοιραστώ αυτές τις σκέψεις με τη γυναίκα μου, κι έτσι παρέμεινα σιωπηλός, προσπα θώντας να βρω μια πειστική δικαιολογία. Όσο πε ρισσότερη ώρα περνούσε, τόσο πιο εύκολα θα κα ταλάβαινε η Σάντρα ότι όλο αυτό ήταν μια μικρή πλάνη. «Δεν σκέφτομαι τίποτα» είπα. «Είμαι απλώς κου ρασμένος από το ταξίδι της επιστροφής». Αυτή ήταν η μισή αλήθεια. Κάθε χρόνο περνού σαμε έναν μήνα στη θάλασσα, στο Τσιρτσέο. Οτι δήποτε ρίζωνε στη ζωή του ζευγαριού κλονιζόταν από ένα είδος διαπραγμάτευσης (το να συμβιώνεις με κάποιον σημαίνει ακριβώς αυτό, να διαπραγμα τεύεσαι διαρκώς), κι εγώ, στην προκειμένη περί πτωση, υπέκυπτα στα θέλω της Σάντρα. Εν ολίγοις, ποτέ δεν είχα συμπαθήσει αυτή την παραθαλάσσια μονοκατοικία. Περιφερόμουν σε παραλίες ( έρημες, αν το καλοσκεφτεί κανείς) που έβριθαν από άσωτους ανθρώπους και ελαφρότητα. Τώρα επιτέλους είχε
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=