Το φθινόπωρο

Τ Ο Φ Θ Ι Ν Ο Π Ω Ρ Ο 15 σκληρά κάτω από τα ακροδάχτυλά μου, μυτερά . Δεν ήταν όμως αρκετό. «Αυτό ήταν» της είπα. «Μετακομίζουμε;» Η Σάντρα έβαλε τα δυνατά της να μετουσιώσει την απογοήτευσή της σε κάτι εύστοχο. «Το ξέρεις ότι λατρεύω τις φανταστικές μας μετακομίσεις». Ψευτοχαμογελάσαμε. Ήταν το μέγιστο που μπο­ ρούσαμε να πετύχουμε στη σχέση μας. Κάθε τόσο μου άρεσε να περιδιαβαίνω τη Ρώμη μα­ ζί με τον συνάδελφό μου, τον Αλμπέρτο Τζιτάνι. Πίστευα ακράδαντα ότι οι συγγραφείς καταλαβαι­ νόμασταν μεταξύ μας (και μπορούσαμε να γίνουμε φίλοι) μόνο αν μοιραζόμασταν το ίδιο εκδοτικό πε­ πρωμένο: οι ατυχείς με τους ατυχείς, οι τυχεροί με τους τυχερούς. Και εγώ και ο Τζιτάνι είχαμε πολλά χρόνια να εκδώσουμε κάτι. «Με σκοτώνει να γράφω εισαγωγές για τα βιβλία άλλων» βάλθηκε να λέει ο Τζιτάνι, βάζοντας ένα τσιγάρο στο στόμα (μ’ αυτή την κίνηση υποδήλωνε πάντα τη διάθεσή του για κουβέντα). «Εμένα πάντως, η βασική μου ασχολία πλέον είναι το να βρίσκω δικαιολογίες να μη γράφω». «Και βρίσκεις;» «Διαρκώς, πάντοτε καινούργιες και πάντοτε βά­ σιμες».

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=