Το φάντασμα του βεστιαρίου
P A T R I C K M c G R A T H 12 με τα μαύρα γυαλιά της Βέρας να έχουν αφαιρεθεί, αποκα λύπτοντας υγρά και κατακόκκινα μάτια σ’ ένα πρόσωπο χλω μό, τραγικό, αλλά όμορφο ακόμα και μες στην οδύνη. Το χέρι της ήταν μέσα στης μητέρας της τώρα καθώς προχωρού σαν αργά στον διάδρομο, και δεν υπήρχε ούτε ένα ζευγάρι μάτια που έμειναν στεγνά όπως ήταν καρφωμένα όλα σε τούτες τις δύο ψηλές, αργοσάλευτες γυναίκες στα μαύρα, η μητέρα στητή και λεπτή, η κόρη να ταλαντεύεται ανεπαί σθητα, μοιάζοντας σχεδόν να παραπαίει μες στη θλίψη της. Σαν μέλη βασιλικής οικογένειας, στρέφονταν αποδώ κι απο κεί νεύοντας, χαρίζοντας ένα στωικό μισοχαμόγελο με σφιγ μένα χείλη σε πρόσωπα συμπονετικά και δακρυσμένα, αλλά πάνωαπ’ όλα οικεία από χιλιάδες καμαρίνια και μπιζαρίσμα τα, πάρτι βραδιών πρεμιέρας και παγωμένες πρόβες σε κρύα εντευκτήρια εκκλησιών με πάγο στα παράθυρα. Αυτός ήταν ο κόσμος μας. Αποχαιρετούσαμε έναν δικό μας. Έπειτα βρεθήκαμε ξανά να τριγυρνάμε στο προαύλιο. Ο Τζούλιους είχε προσφέρει το σπίτι του για την αγρυπνία και μέχρι που είχε κανονίσει μέσα μεταφοράς για όσους δεν διέθεταν κανένα. Η Τζόαν δεν χαιρόταν πολύ μ’ αυτό, ήταν ολοφάνερο, αλλά ούτε είχε το σθένος να διαμαρτυ ρηθεί, η καημενούλα. Είναι μακρύς ο δρόμος για το Τιπε ρέρι, κι ακόμα μακρύτερος από το Γκόλντερς Γκριν μέχρι το Πίμλικο, αλλά πήγαμε όπως και να είχε, δεκάδες από εμάς, κι όταν αργότερα ήρθε και η οικογένεια, αφού συ νόδευσε τον Γκράισι, ή μάλλον τις στάχτες του, στην τε λευταία του κατοικία, το πάρτι είχε ανάψει για τα καλά. * * *
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=