Το φάντασμα του βεστιαρίου

P A T R I C K M c G R A T H 24 κες που μοχθούν, τις στοίβες μουσελίνας, τα ράφια απ’ όπου ξεχειλίζουν οι ροδέλες, οι βελόνες, τα κουμπιά και τα φερμουάρ, τις ατμοπρέσες, το μακρύ τραπέζι όπου η πατρονίστ κόβει τα σχέδια. Και να η Έστερ, η ανόητη νεα­ ρή Έστερ, με καρφίτσες ανάμεσα στα δόντια καθώς ισιώνει πάνω σ’ ένα τραπέζι ένα λεπτό μαύρο ύφασμα, το διπλώνει από τη μια μεριά για να φτιάξει ένα στρίφωμα κι έπειτα το καρφιτσώνει γοργά. Αχ, και η Τζόαν να βλέπει τον εαυτό της στο Γουάτφορντ Πάλας πριν από τόσα χρόνια, όταν ήταν στην ηλικία της Έστερ, να δουλεύει για μια υπεύθυ­ νη βεστιαρίου όχι λιγότερο απαιτητική απ’ όσο είναι η ίδια τώρα, με το μυαλό της να πετάει αλλού καθώς στρίφωνε και έραβε, όπως της Έστερ τώρα, ναι, γιατί εκείνο το βρά­ δυ, εκείνο το μακρινό βράδυ, θα συναντούσε τον Γκράισι Γκράις, που ήταν ο πρωταγωνιστής στη νέα περιοδεύουσα παράσταση που είχε μόλις ανέβει, και θα την έβγαζε για ένα ποτό μετά. Ναι, και αργότερα, στο αντρικό βεστιάριο, ανάμεσα στις στρατιωτικές στολές, κολλημένοι στον τοίχο, μες στο σκο­ τάδι, η μυρωδιά παλιάς ιδρωτίλας και μάλλινου σερζ έντονη στα ρουθούνια τους, εκείνος ακόμη με το μακιγιάζ του, εκείνη στην αγκαλιά του, με το ένα πόδι σηκωμένο ψηλά, σφιχτά κολλημένη πάνω του, φιλώντας τον με το στόμα ανοιχτό και τη γλώσσα έξω, τα δάχτυλά της μες στα πυκνά κυματιστά καστανοκόκκινα μαλλιά του, τίγκα στην μπρι­ γιαντίνη, οι δυο τους να κοντανασαίνουν, να αγκομαχάνε, να πασχίζουν ηχηρά για ένα τελειότερο σμίξιμο… Θεέ, τότε ήταν καλό να είσαι ζωντανός, ήταν παράδει

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=