Το φάντασμα του βεστιαρίου

P A T R I C K M c G R A T H 16 στο μυαλό όποιου τους θυμόταν ακόμη. Ναι, και με κάθε χρόνο που θα περνούσε θα ξεθώριαζαν όλο και περισσότε­ ρο, ώσπου θα γίνονταν τόσο θαμποί, ώστε ουσιαστικά να είναι αόρατοι. Και μετά θα χάνονταν, δεν θα απέμενε πλέον τίποτα απ’ αυτούς, μονάχα σκοτάδι. Αυτό σημαίνει να τε- λειώνεις , σκέφτηκε. Ναι, ήταν Ιανουάριος, 17 Ιανουαρίου του 1947. Η πιο κρύα μέρα του χρόνου μέχρι τώρα. Μην το ξεχάσεις ποτέ – και πώς θα μπορούσες άλλωστε; Χαρούμενος έζησα, και πέθανα με χαρά, Τη ζωή άφησα με μια παραγγελιά . * Αργότερα εκείνη τη νύχτα, καθώς άρχιζε να πέφτει το χιό­ νι, κάθισε στο τραπέζι της κουζίνας στο διαμέρισμα στην Άρτσιμπαλντ Στριτ, όπου είχαν ζήσει κοντά τριάντα χρόνια. Μάιλ Εντ. Λίγο πιο πάνω από το νεκροταφείο και τον Άγιο Κλήμεντα. Στήριζε το κεφάλι στα χέρια της και ένιωθε το στομάχι της να ανακατεύεται. Η οδύνη έρχεται κατά κύ­ ματα, είχε αρχίσει να το μαθαίνει αυτό, και συμβαίνει σε στάδια. Άρχιζε τελικά να κάνει έναν απολογισμό των όσων είχαν συμβεί, και ήταν δύσκολο να μην επιρρίψει ευθύνες. Φυσικά, το φταίξιμο ήταν δικό της, το ήξερε πολύ καλά αυτό , θα έπρεπε να είναι σε θέση να τον σώσει, αν και ένας Θεός ξέρει, συλλογιόταν, αν δεν ήταν στην καλύτερη πε­ ρίπτωση δύσκολος άνθρωπος, πόσο μάλλον αυτή την επο* Ό.π.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=