Το εξπρές των αρουραίων

H A R A L D G I L B E R S 8 «Όλα θα πάνε καλά» άκουσε μια ήρεμη αντρική φωνή. Η τρομάρα που είχε πάρει ήταν τόσο μεγάλη, που άργησε κάπως να καταλάβει το νόημα της φράσης. Ασφαλώς ο άντρας ήθελε να την καθησυχάσει. Μόνο που τα λόγια του δεν ταίριαζαν καθόλου με το ματωμένο μαχαίρι στο χέρι του. Τα κατάξανθα μαλλιά του ήταν ανακατεμένα, το πρό­ σωπό του τόσο αναψοκοκκινισμένο που φαινόταν σαν να καιγό­ ταν. Ο άντρας, τον οποίο η Ούρσουλα κάποτε θεωρούσε αδερφή ψυχή, αίφνης της φάνηκε ξένος. Εκείνη τη στιγμή άκουσε κάτι πίσω από την πλάτη της. Δυνα­ τά χτυπήματα πάνω σε χοντρό ξύλο. Κάποιος κοπανούσε την εξώπορτά της. Κάποιος ήθελε να μπει μέσα. «Όλα εντάξει;» ακούστηκε μια πνιχτή φωνή από το κλιμακο­ στάσιο. Η Ούρσουλα σκέφτηκε πόσο δύσκολη ήταν η κατάσταση. Αν τους έβλεπε ο γείτονας με το πτώμα, θα κατέληγε σε λαν­ θασμένα συμπεράσματα και θα υπέθετε ότι είχε διαπραχθεί μια εν ψυχρώ δολοφονία. Αυτό δεν έπρεπε να συμβεί. Αν άρχιζαν οι αδιάκριτες ερωτήσεις και η καχυποψία, τότε η ασφαλής ζωή που μόλις είχε αρχίσει γι’ αυτή θα λάμβανε τέλος. Αποφασισμένη να μην το επιτρέψει αυτό, διέσχισε γρήγορα τον σκοτεινό διάδρομο και έπεσε με όλο το βάρος της πάνω στην πόρτα. Μπορεί να προλάβαινε το κακό πριν αυτό περάσει το κατώφλι της. Ο αγαπημένος της την πλησίασε και ψιθύρισε στο αυτί της: «Έχω κλειδώσει · ποτέ δεν ξέρεις τι μπορεί να συμβεί». Ύστερα κάρφωσε τα ψυχρά γκρίζα μάτια του στην Ούρσουλα. «Δεν έχουμε πολύ χρόνο. Θα με βοηθήσεις;» «Το ξέρεις ότι θα το κάνω» του είπε άψυχα. Ο Οπενχάιμερ έπρεπε να πηγαινοέρχεται καθημερινά από το βρε­ τανικό Σένεμπεργκ στη ζώνη σοβιετικής κατοχής της πόλης, καθώς

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=