Το δεύτερο φύλο

44 | TO ΔΕΥΤΕΡΟ ΦΥΛΟ ως προς το πρωτόπλασμα, αλλά τα φαινόμενα που παρατηρούνται στον πυρήνα είναι εμφανώς τα ίδια. Η άποψη που εκφράστηκε το 1903 από τον βιολόγο Ανσέλ θεωρείται αξιόπιστη έως σήμερα: «Ένα αδιαφοροποίητο ακόμη πρωταρχικό γενετικό κύτταρο θα εξελιχθεί σε αρσενικό ή θηλυκό ανάλογα με τις συνθήκες που θα συναντήσει τη στιγμή της εμφάνισής του στους γεννητικούς αδένες· συνθήκες που κανονίζονται από τη μεταλλαγή ορισμένου αριθμού επιθηλιακών κυττάρων σε θρεπτικά στοιχεία τα οποία διαμορφώνουν ένα ξεχωριστό υλικό». Αυτή η αρχική συνάφεια εκφράζεται στη δομή των δύο γαμετών οι οποίοι, στο εσωτερικό κάθε είδους, περιέχουν τον ίδιο αριθμό χρωμοσωμάτων. Τη στιγμή της γονιμοποίησης οι δυο πυρήνες σμίγουν την ουσία τους, και πραγματοποιείται στον καθένα μείω­ ση των χρωμοσωμάτων τέτοια που τα οδηγεί στο μισό του αρχικού αριθμού τους. Η μείωση αυτή είναι ανάλογη και στους δυο πυρήνες: οι δύο τελευ­ ταίες διαιρέσεις του ωαρίου που καταλήγουν στον σχηματισμό των πολικών σωματίων αντιστοιχούν στις τελευταίες διαιρέσεις του σπερματοζωαρίου. Σήμερα πιστεύουμε ότι, αναλόγως του είδους, το φύλο καθορίζεται από τον αρσενικό ή τον θηλυκό γαμέτη: στα θηλαστικά το σπερματοζωάριο έχει ένα χρωμόσωμα διαφορετικό από τα άλλα, το δυναμικό του οποίου είναι άλ­ λοτε αρσενικό και άλλοτε θηλυκό. Η μετάδοση των κληρονομικών γνωρι­ σμάτων, σύμφωνα με τους νόμους του Μέντελ, πραγματοποιείται τόσο από τον πατέρα όσο και από τη μητέρα. Το σημαντικό που πρέπει να σημειώ­ σουμε είναι ότι στο σμίξιμο αυτό κανένας από τους γαμέτες δεν υπερτερεί του άλλου, θυσιάζουν και οι δυο την ατομικότητά τους, το ωάριο απορροφά το σύνολο της ουσίας τους. Υπάρχουν συνεπώς δύο εξαιρετικά συνηθισμέ­ νες προκαταλήψεις που –τουλάχιστον στο βασικό αυτό βιολογικό επίπεδο– αποδεικνύονται λανθασμένες: η πρώτη αφορά την παθητικότητα του θη­ λυκού, η ζωντανή σπίθα δεν περικλείεται σε κανέναν από τους δύο γαμέτες, ξεπηδάει από το σμίξιμό τους, ο πυρήνας του ωαρίου είναι ζωτικό στοιχείο απόλυτα συμμετρικό με τον πυρήνα του σπερματοζωαρίου. Η δεύτερη προ­ κατάληψη αντικρούει την πρώτη, κάτι που δεν εμποδίζει τη συχνή συνύ­ παρξή τους: η διατήρηση του είδους εξασφαλίζεται από το θηλυκό, εφόσον η ύπαρξη του αρσενικού στοιχείου δεν είναι παρά εκρηκτική και φευγαλέα. Στην πραγματικότητα το έμβρυο διαιωνίζει τόσο τα αναπαραγωγικά κύττα­ ρα του πατέρα όσο και της μητέρας· και τα μεταδίδει από κοινού στους απογόνους του, πότε με τη μορφή αρσενικού και πότε θηλυκού. Πρόκειται, μπορούμε να πούμε, για ένα ανδρόγυνο σύνολο που από γενιά σε γενιά επιβιώνει των ιδιαίτερων μεταβολών του σώματος. Ωστόσο, ανάμεσα στο ωάριο και το σπερματοζωάριο, παρατηρούμε τις πλέον ενδιαφέρουσες δευ­ τερεύουσες διαφορές. Η βασική ιδιαιτερότητα του ωαρίου συνίσταται στο

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=