Το δέντρο που είχε φτερά

Λίγα λόγια για την «προϊστορία» αυτής της ιστορίας… Όταν έρθει εκείνη η ώρα που φέρνουμε στον κόσμο τα παιδιά μας κι όταν τα βλέπουμε να μεγαλώνουν, νομίζω πως, λίγο ή πολύ, όλοι οι γονείς βιώνουμε μια ανάλογη εμπειρία: οι μνήμες μας οι παιδικές, ακάλεστες, αναδύονται από τα βάθη τού είναι μας (ψυχή, νου, σώμα) ατόφιες, ολοζώντανες, λες και ήταν μόλις χθες που ήμασταν παιδιά – κάποιος μηχανισμός πανάρχαιος, για να βοηθάει μανάδες και πατεράδες να «γνωρίσουμε» καλύτερα τα παιδιά μας. Μια από τις αναμνήσεις εκείνες ακάλεστη ήρθε και σφηνώθηκε επιτακτικά, στριφογυρνούσε σαν καλοκαιρινή μύγα στο μυαλό μου και με «τσιμπούσε»: θα ’μουν δε θα ’μουν 6 χρονών, μόλις που είχα μάθει να γράφω, κι έγραψα το πρώτο μου παραμύθι, την πρώτη μου ιστορία, που μιλούσε για μια μαργαρίτα που, ριζωμένη στο χώμα, δεν μπορούσε να πάει πουθενά, και για μια πεταλούδα που ο αέρας την παράσερνε όπου ήθελε. Είχα φτιάξει, μάλιστα, και το εξώφυλλο – με εκείνο το αθώο κι όμορφο δημιουργικό «θράσος» που χαρακτηρίζει την παιδική ηλικία. Κι έτσι όπως τη σκεφτόμουν ξανά και ξανά, κι έτσι όπως έβλεπα τα χαμόγελα, άκουγα τα πρώτα λόγια και παρακολουθούσα τα πρώτα βήματα των παιδιών μου, άρχισε να «φυτρώνει» η ιστορία που κρατάτε τώρα, βλαστάρι, στα χέρια σας… από ένα σποράκι που το είχε σπείρει, πριν από πολλά χρόνια, ένα κοριτσάκι εξάχρονο, που του άρεσε να διαβάζει και να γράφει ιστορίες. Κι όπως είναι φυσικό, δεν μπορώ παρά να την αφιερώσω… στα παιδιά μου, Μάξιμο και Κωνσταντή, που έφεραν στη ζωή μου ομορφιά που ούτε φανταζόμουν ότι υπάρχει. Α. Δ. Κάποτε ήταν ένας κάμπος. Ένας μεγάλος πράσινος κάμπος ως εκεί που φτάνει το μάτι σου – όπως τόσοι και τόσοι στον κόσμο. Μόνο που εκείνος ο κάμπος διέφερε από τους υπόλοιπους,

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=