Το αγόρι στο θεωρείο

ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΔΑΡΛΑΣΗ 12 | τα κι απογοήτευση. Μόνο εκεί σε μια γωνία του δρόμου είδα τρεις άντρες που πουλούσαν λεβάντες. Ο ένας φο­ ρούσε μαύρα γυαλιά κι οι άλλοι δυο με μάτια ανοιχτά, που όμως, το καταλάβαινες στις κόρες των ματιών τους, δεν έβλεπαν παρά σκοτάδι· ήταν τυφλοί. Το άρωμα από τα ματσάκια τους με τις λεβάντες δεν ήταν αρκετό για να με κάνει να ελπίσω. Άλλωστε, ήταν Σεπτέμβριος. «Κι όμως… Ο αέρας φέρνει μια γλυκιά μυρωδιά από τριαντάφυλλα. Να δεις που θα τους βρούμε. Θα είναι κά­ που εδώ» επέμενε η Αρετή με μια άγρια προσμονή, πιά­ νοντάς με από το μανίκι κι αναζητώντας με το βλέμμα, ανάμεσα σε όλους αυτούς τους ανθρώπους γύρω μας, τα αγαπημένα πρόσωπα των δικών μας. Εγώ παρ’ όλα αυτά δεν μπορούσα να μυρίσω πουθενά εκείνη την τόσο οικεία τριανταφυλλένια μυρωδιά. «Πάμε λοιπόν. Δεν υπάρχει κάτι να περιμένουμε» είπε τότε η Δόμνα, βλέποντάς με να στέκομαι αναποφάσιστος· μάταια προσπαθούσε να διώξει θαρρείς από πάνω της την ταλαιπωρία της μακριάς διαδρομής μας, τινάζοντας από το γαλάζιο φόρεμά της τη σκόνη και τις βρομιές. Και, σαν για να υπογραμμίσει αυτό που μόλις είχε πει, έπιασε να σπρώχνει όλο αποφασιστικότητα το μπαούλο της κατευ­ θυνόμενη προς το μεγάλο κτίριο μπροστά μας. Κοιτούσα τη Δόμνα, εκείνη τη μέχρι πρότινος άγνωστή μας γυναί­ κα, κι αναρωτιόμουν αν έπρεπε να την ακολουθήσουμε

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=