Το αγόρι που ονειρευόταν δράκους
12 καθαρά, έτσι όπως τα χρώματα του ηλιοβασιλέμα τος μας φώτιζαν τον δρόμο. Ήμασταν μόνο εμείς, ετούτη τη λαμπρή στιγμή που θα μπορούσε να κρα τήσει αιώνια.Όλα τ’ άλλαήταν κρυμμένααπόκάτω. Ακόμα και το σούρουπο, οι δράκοι αρνιόντου σαν να πετάξουν χαμηλότερα από τα σύννεφα. Κατέβαιναν μόνο όταν φτάναμε ακριβώς πάνω από το σπίτι της γιαγιάς και του παππού. Μπορεί οι άνθρωποι της περιοχής μας να ήταν τόσο βου τηγμένοι στην πολυάσχολη καθημερινότητά τους που να μην πρόσεχαν πως ζούσαν δίπλα σε μι κρούς εκκολαπτόμενους δράκους, ωστόσο δεν μπορούσαμε να διακινδυνεύσουμε την πιθανότη τα κάποιος να κοιτάξει ψηλά και να δει πέντε με γάλους δράκους να πετούν πάνω από τη γειτονιά! Το πρόβλημα ήταν ότι, αν καθυστερούσαμε πάρα πολύ την κατάβαση, τότε θα προσπερνού σαμε το σπίτι και θα αναγκαζόμασταν να κάνουμε αναστροφή. Και αυτό θα ήταν το τέλος του αγώνα για μένα και τον Λάμπη. Γιατί όλα είχαν να κάνουν με τον ακριβή συγχρονισμό. Ένιωσα το σώμα μου να γέρνει μπροστά, καθώς ο Λάμπης πέταξε χαμηλότερα.
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=