Το αγόρι που ονειρευόταν δράκους

17 «Όχι ακόμη…» ψιθύρισα. Αλλά ο Λάμπης δε με άκουσε. Άνοιξα το στόμα μου, έτοιμος να του πω να ανέβει ψηλότερα, αλλά το ξανασκέφτηκα.Μερικές φορές, πρέπει να εμπι­ στεύεσαι τον δράκο σου. Οπότε, τύλιξα τα μπράτσα μου γύρω από τον λαιμό του και έσφιξα τα δόντια καθώς ο Λάμπης πέταξε καρφί μέσα στο παχύ σύννεφο. Οι γαλάζιες σπίθες που έβγαιναν από το στόμα του τριζοβολούσαν σαν μικροσκοπικά αστραπό­ βροντα. Ευχόμουν τα ρομβοειδή μάτια του να έβλεπαν καλύτερα από τα δικά μου. Γιατί εγώ δεν έβλεπα απολύτως τίποτα. Κι εκεί που είχα αρχίσει να αναρωτιέμαι μήπως είχε χάσει τον δρόμο του, ο Λάμπης πέταξε προς τα κάτω, βγαίνοντας επιτέλους μέσα από το σύν­ νεφο, και τότε βρεθήκαμε στην άλλη πλευρά. Δεν μπόρεσα να συγκρατήσω τη ζητωκραυγή μου ενώ τίναζα την υγρασία από τα μαλλιά μου. Γιατί ακριβώς από κάτω μας ήταν ο κήπος του παππού. Διέκρινα τα δέντρα με τα μικρά κρεμαστά φωτάκια τους να λαμπυρίζουν στο σκοτάδι, όπως και τα γυαλιστερά κέρατα της Φεγγαράκης, της

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=