Τοξικά μάτια

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΙΜΟΣ 22 Κάθισα στην κεφαλή του τραπεζιού και περίμενα. Στην τρίτη γουλιά καφέ, είδα την ανθυπαστυνόμο Μαρκένα με τον Ορέστη. Αξιωματικός εκείνη, στα είκοσι έξι, αυτός αρχιφύλακας μετά τα σαράντα, αταίριαστοι σε βαθμούς και παρουσία. Εκείνη σε μέγεθος μινιόν, με σκούρο μπλε τζιν και γκρι σακάκι με βάτες, εκείνος αγύμναστος, κορμί παρατημένο, με κοτλέ λινό κουστούμι και τραγιάσκα στο κεφάλι, που τον έκανε να μοιάζει με ψαρά. Τον έβλεπα κι έσκαγα. «Καλημέρα, αστυνόμε» χαιρέτησε η Μινιόν κι έβγαλε το σακάκι. Φορούσε λευκό φανελάκι με κόκκινη καρδιά για στάμπα. Τη συμπαθούσα τη μικρή. Γούσταρα τον τσαμπουκά της και την επιλογή της να τα βάζει με ντόπιους –που σε κάθε λάθος τη φώναζαν Αθηναία– και παλιές καραβάνες του τμήματος που δεν μπορούσαν να αποδεχτούν πως η μικρή, λόγω βαθμού, μπορούσε να τους διατάζει. Δεν πρόλαβα να χαιρετήσω, όταν ο τέταρτος της ομάδας άνοιξε την πόρτα με φόρα. Υπαστυνόμος Βαμβακάς. Δύσκολο ν’ αφήσεις ασχολίαστα τα εφαρμοστά του φανελάκια και τα στενά του παντελόνια. Κοντά στα δύο μέτρα, ντόπιος, από χωριό της βόρειας Εύβοιας, μάγκας στα μπράτσα, νταής στα λόγια. Και οι τέσσερίς μας πίναμε καφέ, ενώ ο Ορέστης μασούσε παράλληλα μια τυρόπιτα. Κάθισαν στο τραπέζι. Οι τρεις τους απέναντί μου. «Έχουμε νέα υπόθεση» είπα μοιράζοντας τρεις φωτοτυπίες της ταυτότητας του Νεοκλή Παρίση. «Ετών σαράντα έξι και, μ’ ένα πρόχειρο ψάξιμο στο ίντερνετ, αρχιτέκτονας, ιδιοκτήτης της εταιρείας Αναπτυξιακή». «Αιτία θανάτου;» ρώτησε η Μινιόν, πιάνοντας τα μαλλιά της σ’ έναν κότσο που αποκάλυψε δυο μικρά, ασημένια, στρογγυλά σκουλαρίκια στ’ αυτιά της. «Με μια πρώτη ματιά φαίνεται πως οφείλεται σε πυροβολισμό εξ επαφής στο μέτωπο».

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=