ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΙΜΟΣ 20 λάκας που με είχε ξεγελάσει μέσα στα μάτια μου και τον είχα και επικεφαλής, ο ηλίθιος. Δεν μπορούσα να το ξεχάσω. «Κύριε διευθυντά, σχετικά με την υπόθεση των ιχθυοτροφείων...» «Τα είπαμε αυτά. Ούτε ΕΔΕ ούτε τίποτα. Τελείωσε αυτό. Βρες το αρχίδι που σκότωσε τον Νεοκλή. Αυτό θέλω από σένα και πατσίσαμε». Άνοιξε την πόρτα και βγήκε έξω, αφήνοντας την εντύπωση πως του χρωστούσα. Δεν χρωστούσα σε κανέναν. Ο Ατσαλάκωτος απομακρύνθηκε από το αμάξι λέγοντας στον Τσόρο πως θα περπατούσε μέχρι το σπίτι, κι εγώ στον Τσόρο να περάσει μέσα. Αλλαγή προσώπου, ίδια οδηγία. Ο Τσόρος κάθισε στη θέση του οδηγού και έκλεισε την πόρτα. «Πού πάμε, κύριε;» έκανε ν’ αστειευτεί. «Τι γίνεται εδώ;» «Απ’ ό,τι κατάλαβα, πυροβόλησαν έναν τύπο». Έκλεισα την πόρτα χτυπώντας τη με δύναμη. Ένα κουνούπι είχε καταφέρει ήδη δυο τσιμπιές στο δεξί μου μπράτσο. «Κόψε τις μαλακίες και λέγε. Ποιος τον ειδοποίησε; Τι δουλειά έχει ο Μητσάκης εκτός γραφείου;» O Τσόρος γύρισε το κεφάλι του προς τα πίσω. Με κοίταξε βαθιά μέσα στα μάτια, χαρίζοντάς μου ένα ύπουλο χαμόγελο. «Καπετάνο, Ατσαλάκωτο δεν τον φωνάζετε μεταξύ σας;» Κόμπιασα. Το έπιασε. «Μην κολλάς. Δεν ρουφιανεύω εγώ στον Μητσάκη. Είναι περίεργος τύπος, μη φανταστείς πως μιλά και πολύ. Εμένα μου τηλεφώνησε νυχτιάτικα να περάσω να τον πάρω. Με έχει κάνει ανεπίσημα οδηγό του. Μη ρωτήσεις γιατί. Ξέρεις πως είναι περίεργος ο... Ατσαλάκωτος». «Είσαι νέο πρόσωπο γι’ αυτόν». «Τι να σου πω... Ίσως. Ίσως επειδή ξαναγύρισα πρόσφατα στο τμήμα. Είναι κι αυτός δύο χρόνια εδώ, του φάνηκε πως
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=