Τόσο πολύ νερό τόσο κοντά στο σπίτι
[ 637 ] ΦΤΕΡΆ από τότε που ήμουν δεκατριών χρονών και είχα σιχαθεί να το τρώω με παγωτό φράουλα. Αποτελειώσαμε τις μερίδες μας. Και τότε ακούσαμε ξανά το αναθεματισμένο παγόνι. Αυτή τη φορά είχε ανέβει στη στέγη. Το ακούγαμε πάνω απ’ τα κεφάλια μας. Έβγαζε μικρά χτυπηματάκια καθώς πηγαινοερχόταν στις πλάκες της στέγης. Ο Μπαντ κούνησε το κεφάλι του. «Ο Τζόι θα σταματήσει όπου να ’ναι. Γρήγορα θα βαρεθεί και θα πάει για ύπνο» είπε ο Μπαντ. «Κοιμάται πάνω σ’ ένα δέντρο». Το πουλί έβγαλε ξανά εκείνη την απαίσια κραυγή του. «Μέι-όου!» έσκουξε. Δεν είπε κανείς τίποτα. Και τι να έλεγε, άραγε; Κι έπειτα η Όλλα είπε: «Θέλει να μπει μέσα, Μπαντ». «Ναι, αλλά δεν πρόκειται» είπε ο Μπαντ. «Έχουμε κόσμο, αν δεν το πρόσεξες. Οι άνθρωποι δεν τρελαίνονται να έχουν ένα ανα θεματισμένο πουλί δίπλα τους. Το βρομοπούλι αυτό και τα παλιο δόντια σου! Τι θα λένε οι άνθρωποι;» Κούνησε το κεφάλι του και γέλασε. Όλοι γελάσαμε. Γέλασε κι η Φραν μαζί μας. «Δεν είναι βρομοπούλι , Μπαντ» είπε η Όλλα. «Τι σ’ έπιασε; Εσύ τον θέλεις τον Τζόι. Από πότε άρχισες να τον αποκαλείς βρομο πούλι;» «Από τότε που έχεσε στο χαλάκι» είπε ο Μπαντ. «Συγγνώμη για την έκφραση» είπε στη Φραν. «Καμιά φορά μου ’ρχεται να του στρίψω το λαρύγγι. Αλλά δεν αξίζει ούτε να το σκοτώσεις, έτσι δεν είναι, Όλλα; Μερικές φορές με πετάει απ’ το κρεβάτι μες στ’ άγρια μεσάνυχτα με τις στριγκλιές του. Δεν αξίζει φράγκο – έτσι δεν εί ναι, Όλλα;» Η Όλλα κούνησε το κεφάλι της με τις ανοησίες του Μπαντ. Παραμέρισε μερικές φασόλες στο πιάτο της. «Πώς και πήρατε ένα παγόνι στο σπίτι;» ρώτησε να μάθει η Φραν. Η Όλλα σήκωσε το βλέμμα της από το πιάτο της. «Πάντα ήθελα να έχω ένα παγόνι. Από τότε που ήμουν μικρό κορίτσι και είδα μια
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=