Ένα απόγευμα ο αρουραίος βρισκόταν στη φωλιά του. Ακτίνες φως από τον ήλιο που έδυε τρύπωσαν από τις χαραμάδες στις σανίδες. Κόκκοι σκόνης χόρευαν στον αέρα. Ο κίτρινος βόλος έλαμπε σαν λαμπίτσα. Η ασημένια κονσέρβα με τις σαρδέλες γυάλιζε. Όλα ήταν ήσυχα, ακίνητα.
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=