Τιμωρός (Pocket)

[ 16 ] Αλλά το σπίτι ήταν βυθισμένο στο σκοτάδι. Κι έπειτα είδε ότι τα περισσότερα άλλα σπίτια του πολυτελούς συνοικισμού ήταν κι αυτά σκοτεινά. Μόνο ένα σπίτι, στο τέρμα του δρόμου, ήταν κατάφωτο και αντιλαλούσε απ’τον σαματά. Το αγόρι έτρεξε προς τα κει, και φτάνοντας βάλθηκε να κοπανάει την πόρτα. Μα η μουσική ήταν εκκωφαντική, και ο κόσμος μέσα ετοιμαζό- ταν για την αλλαγή του χρόνου. Άκουσε μεθυσμένες φωνές να μιλούν μαζί σ’ ένα κομφούζιο από γλώσσες. Πολωνικά. Φιλιππινέζικα. Ισπανικά. Ιταλικά. Πουντζάμπι. Και σπαστά αγγλικά. Οι ιδιοκτήτες έλειπαν και το υπηρετικό προσωπικό έκανε πάρτι. Και κανείς δεν τον άκουγε. Κι έπειτα η αδελφή του ερχόταν προς το μέρος του, κουτσαίνο- ντας με κόπο και ρίχνοντας το βάρος στο ένα μόνο πόδι. Έστρεψαν κι οι δύο το βλέμμα ψηλά καθώς ένα πυροτέχνημα εξερράγη στον ουρανό. Κάπου πέρα κόσμος πανηγύριζε, άξαφνα ακόμα πιο μεθυσμένος κι ευτυχής. Τα δυο παιδιά κοίταξαν πίσω, προς το μέρος του σπιτιού τους. Από κάπου στο βάθος του σπιτιού, ένα μικρό παιδί άρχισε να κλαίει. Το αγόρι έβρισε. «Δεν μπορούμε να τον αφήσουμε» είπε η αδελφή του. «Μυρί- ζεις κι εσύ κάτι καμένο;» Και όντως, μιαμυρωδιάαπόκάτι καμένοπλανιότανστοναέρα–κα- πνόςκαι μπαρούτι, και οι φλόγεςπουθαξεπηδούσανανάπάσαστιγμή. «Τα πυροτεχνήματα είναι» είπε το αγόρι. Μα η αδελφή του έγνεψε αρνητικά.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=