Τιμωρός (Pocket)

[ 23 ] 1 Η πρώτη μέρα του χρόνου ήταν μια απέραντη γαλάζια παγωνιά. Ο πυροβολισμός που ακούστηκε απ’ το μέρος της πολυκατοι- κίας έσκισε τη μέρα στα δύο. Έκανα βουτιά πίσω απ’ το πλησιέστερο αμάξι, πέφτοντας στο έδαφος με δύναμη, γδέρνοντας τις παλάμες μου στο χαλίκι, το πρό- σωπό μου νοτισμένο από έναν ιδρώτα που δεν είχε καμία σχέση με τον καιρό. Κάθε πυροβολισμός πυροδοτείται από τον θυμό. Μα αυτός ξε- χείλιζε φονική οργή. Έσκισε τον ανέφελο ουρανό, μην αφήνοντας μέσα μου χώρο παρά μόνο για άγριο, ακατέργαστο τρόμο. Για κά- μποσα λεπτά έμεινα τελείως ασάλευτος, πασχίζοντας ν’ ανασάνω. Έπειτα ανασηκώθηκα, κολλώντας την πλάτη μου στο λαμπερό κί- τρινο-μπλε αμάξωμα ενός οχήματος της Άμεσης Δράσης. Η καρ- διά μου σφυροκοπούσε, αλλά η αναπνοή μου είχε επανέλθει στο φυσιολογικό. Κοίταξα γύρω μου. Ένοπλοι με αλεξίσφαιρες στολές βρίσκονταν ήδη επί ποδός, με το βλέμμα καρφωμένο στην πολυκατοικία κάτω απ’ τα κράνη μάχης τους, με τα μαύρα δερμάτινα γάντια τους σφιγμένα γύρω από πολυβόλα. Ανάμεσά τους υπήρχαν γονατισμένοι ένστολοι αξι- ωματικοί της αστυνομίας και επιθεωρητές με πολιτικά σαν εμένα. Όλοι μας παραμέναμε καλυμμένοι πίσω απ’ τα τεθωρακισμένα και τα περιπολικά. Πιστόλια εννέα χιλιοστών είχαν αρχίσει να βγαίνουν αθόρυβα απ’ τις θήκες τους.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=