Θνητοί θεοί (Ο πόλεμος της θεάς 2)

[ 20 ] ΗΑθηνά ξεφύσησε. Μπορούσε να σκοτωθεί. Είχαν αποδείξει ότι το αδύνατο ήταν δυνατό. Δεν ήταν όμως τόσο εύκολο όσο άφηνε να φανεί η Δήμητρα. Τα κόκαλά της θα έσπαγαν τα δόντια των άμοιρων των λύκων. Ένας θάνατος σαν αυτόν θα κρατούσε μήνες. Και δεν ήταν έτοιμη. Ποιος να φανταζόταν ότι δε θα ήταν έτοιμη ύστερα από τόσο πολύ καιρό. «Το θέμα είναι» είπε η Δήμητρα «ότι δε φεύγεις. Γιατί;» ΟΟδυσσέας πέρασε σαν αστραπή από μπροστά της. Ηφωνή του ψιθύριζε στα αυτιά της. Το ίδιο κι ο Ερμής. Ο όμορφος αδελφός της. Όλο και πιο αδύνατος. «Υπάρχουν μάλλον ακόμη πράγματα που πρέπει να τακτο- ποιήσω». ΗΔήμητρα πήρε μια τρεμάμενη ανάσα. «Είσαι κουρασμένη. Κάθισε, παιδί μου. Ξεκουράσου». Η Αθηνά ξερόβηξε. «Όχι, ευχαριστώ». «Γιατί όχι;» «Ο Ερμής λέει…» Δίστασε και γύρισε τα μάτια προς τα πάνω. «Ο Ερμής είπε ότι, όταν κάθισε πάνω σου, ένιωθε τον σφυγμό σου μες στον πισινό του». Η Δήμητρα γέλασε τόσο δυνατά που έκανε την Αθηνά να χάσει την ισορροπία της. Τα πόδια της γλίστρησαν και άπλωσε τα χέρια να κρατηθεί. Πουλιά τρομαγμένα πέταξαν από τα μέρη που βρίσκονταν κρυμμένα, κρώζοντας ανήσυχα για την κινού- μενη άμμο. «Μακάρι να τον είχες φέρει» είπε η Δήμητρα όταν σταμάτη- σε να γελά. «Μου λείπει η θρασύτητά του». Η Αθηνά χαμογέλασε. Τώρα που είχε βρει τη θεία της δεν ένιωθε πια τόσο κουρασμένη. Ο άνεμος δρόσιζε τον ιδρώτα

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=