Θα γίνω ποτάμι

26 S H E L L E Y R E A D μπορούσα να κάνω, τόσο πολύ φοβόμουν ν’ αγγίξω το χέρι του. Ένιωσα αμέσως σαν χαζή και περίμενα να γελάσει, μα δεν γέλασε. Το μειδίαμά του έγινε κανονικό χαμόγελο, φω- τεινό, πλατύ, γνήσιο, αλλά καθόλου κοροϊδευτικό. Έγνεψε με νόημα, χαμήλωσε το χέρι, το άφησε να γλιστρήσει στην τσέπη της βρόμικης φόρμας του κι έμεινε ακίνητος μπρο- στά μου. Τότε δεν μπορούσα να το καταλάβω, έτσι καθηλωμένη που ήμουν από το βλέμμα του, όμως αργότερα θα μάθαινα ότι ο Γουίλσον Μουν δεν βίωνε τον χρόνο, και αρκετά ακό- μα πράγματα, όπως οι περισσότεροι άνθρωποι. Δεν βιαζό- ταν ποτέ, ούτε στριφογύριζε πέρα δώθε νευρικά ούτε θεω­ ρούσε τη σιωπή ανάμεσα σε δύο ανθρώπους ως ένα αμήχα- νο κενό που πρέπει να γεμίσει με φλυαρίες. Σπανίως σκε- φτόταν το μέλλον, ακόμα λιγότερο το παρελθόν, και συ- γκρατούσε τη στιγμή του παρόντος στα δυο του χέρια για να θαυμάσει κάθε λεπτομέρειά της, δίχως καμία απολογία και καμία αίσθηση ότι θα έπρεπε να είναι αλλιώτικη. Όλα αυτά δεν μπορούσα να τα γνωρίζω, καθώς στεκόμουν μαρ- μαρωμένη στην οδό Μέιν, όμως αργότερα θα κατανοούσα τη σοφία της συμπεριφοράς του και, με τον καιρό, θα την εφάρμοζα κι εγώ όταν θα τη χρειαζόμουν. Έτσι λοιπόν άλλαξα την απάντησή μου και αποδέχτηκα την πρόταση να περπατήσω στην οδό Μέιν εκείνο το από- γευμα του Οκτωβρίου, στο πλάι ενός αγοριού που λεγόταν Γουίλσον Μουν και που πια δεν μου ήταν ξένο. Αν και η κουβέντα μας ήταν κοινότοπη και η διαδρομή σύντομη, όταν πια φτάσαμε στο πανδοχείο των Ντάνλαπ

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=