Θα γίνω ποτάμι

25 Θ Α Γ Ι Ν Ω Π Ο Τ Α Μ Ι Όταν πια δεν άντεχα άλλο, βυθισμένη σ’ αυτή την πα- ράξενη σιωπή, τεντώθηκα δήθεν αποφασιστικά και τον ρώτησα: «Πώς ξέρεις τ’ όνομά μου;». «Είμαι παρατηρητικός» απάντησε. Ευθέως και συνάμα σεμνά. «Βικτόρια» ξανάπε αργά, σαν να ήθελε να απολαύ- σει τις συλλαβές που έβγαιναν απ’ το στόμα του. «Όνομα ταιριαστό σε βασίλισσα». Η γοητεία του αντιστάθμιζε την απεριποίητη εμφάνισή του και, παρά τις προσπάθειές μου να δείχνω αδιάφορη, σίγουρα καταλάβαινε πώς ένιωθα. Τα σκούρα μάτια του φανέρωσαν την πρότασή του πριν καν την αρθρώσει. «Θέ- λεις να περπατήσουμε παρέα;» ρώτησε. «Εννοώ εδώ» πρό- σθεσε δείχνοντας δίπλα του. «Ναπερπατήσουμε κανονικά;» Σάστισα, γιατί ναι, ήθελα να περπατήσω στο πλάι του, ωστόσο η ευπρέπεια ή η ατόφια αδεξιότητα της εφηβείας με κρατούσε πίσω. Ή ίσως ένα προαίσθημα. «Όχι, ευχαρι- στώ» απάντησα τελικά. «Δεν μπορώ… δηλαδή… ούτε καν σε ξέρω…» «Με λένε Γουίλ» είπεπριν καλάκαλά τον ρωτήσω. «Γουίλ­ σον Μουν». Τ’ όνομά του ηχούσε στ’ αυτιά μου για λίγη ώρα · με πλησίασε κι άπλωσε το χέρι. «Χαίρομαι που σε γνωρίζω, δεσποινίς Βικτόρια». Με πηγαία ευγένεια, περί- μενε να κάνω ένα βήμα μπροστά και να ενώσω το χέρι μου με το δικό του. Δίστασα από αμηχανία κι ύστερα υποκλίθηκα. Δεν ξέρω ποιος από τους δυο μας ξαφνιάστηκε περισσότερο. Είχα να υποκλιθώ απ’ όταν πήγαινα στο κατηχητικό, μικρό κορι- τσάκι, όμως η κίνηση αυτή μου φάνηκε η μοναδική που

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=