Θα γίνω ποτάμι

21 Θ Α Γ Ι Ν Ω Π Ο Τ Α Μ Ι εκτονώνεται στις πλάτες μας με τη μαύρη πλαστική μυγο- σκοτώστρα ή τα αμυδρά σημάδια που άφηναν τα δάκρυά της, που έσπευδε να τα σκουπίσει μόλις τέλειωνε την προ- σευχή της, όμως δεν την είδα ποτέ να φιλάει τον πατέρα μου ή να τον παίρνει αγκαλιά. Οι γονείς μου διοικούσαν την οικογένεια και τη φάρμα ως ικανοί κι αξιόπιστοι ενή- λικες, όμως δεν διέκρινα μεταξύ τους τον έρωτα που ενώ- νει έναν άντρα και μια γυναίκα. Για μένα, αυτά τα μυστη- ριώδη εδάφη ήταν αχαρτογράφητα. Με μία εξαίρεση: Κοιτούσα έξω απ’ το παράθυρο του σαλονιού, μες στο βαρύ φθινοπωρινό λυκόφως, κι είχα μό- λις κλείσει τα δώδεκα, όταν έφτασε ο σερίφης Λάιλ στον βρεγμένο χωματόδρομο, με το μακρουλό ασπρόμαυρο πε- ριπολικό του, και πλησίασε διστακτικά τον πατέραμου στην αυλή. Με την ανάσα μου να θολώνει το τζάμι είδα τα γόνα- τα του πατέρα μου να λυγίζουν, αργά, και να καταρρέει, εκεί στη λάσπη που μόλις είχε γεννήσει η βροχή. Περίμενα ώρες να γυρίσει η μητέρα μου, ο εξάδελφός μου, ο Κάλα- μους και η θεία Βίβιαν από τη διανομή ροδάκινων, πέρα στο Κάνιον Σίτι, είχαν ήδη αργήσει πολύ. Περίμενε κι ο πατέρας μου, τόσο ανήσυχος με την απουσία τους που πέ- ρασε όλο το απόβραδο τσουγκρανίζοντας τα μουσκεμένα φύλλα, που κανονικά θα τα άφηνε να κομποστοποιηθούν στο χορτάρι τον χειμώνα. Όταν ο μπαμπάς λύγισε κάτω απ’ το βάρος των λεγομένων του Λάιλ, η νεανική καρδιά μου αντιλήφθηκε δύο μεγάλες αλήθειες: ότι τα μέλη της οικο- γένειάς μου που έλειπαν δεν θα ξαναγυρνούσαν σπίτι κι ότι ο πατέρας μου αγαπούσε τη μητέρα μου. Ούτε έδειξαν ού-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=