Οι θάλασσες του νότου

[ 12 ] – Σου ’ριξε ένα βλέµµα! – Έτσι κοιτάνε πάντα. Λες και σου κάνουν χάρη που ζεις. Kοτσάρουν έναν µπερέ και νοµίζουν πως ο κόσµος είναι δικός τους. – Mας ακολουθούν! φώναξε η Φακιδοµούρα µε το κεφάλι στραµµένο στο πίσω τζάµι. Tοαριστερόµάτι τούMαυροστόµη καρφώθηκε στον πλαϊ­ νό καθρέφτη. Πρόσεξε τα κίτρινα φώτα και το περιστρεφόµε- νο φανάρι του περιπολικού. – Σ’ το ’χα πει, ρε µαλάκα, πως είσαι µαλάκας και ψωνάρα! – Σκάσε, Mουργέλα, µην σου σπάσω τα µούτρα. Στοίχηµα πως δεν θα µε πιάσουν. H Λόλι έβγαλε µια στριγκλιά και γραπώθηκε από το µπρά- τσο του Mαυροστόµη. Tης έδωσε µια αγκωνιά και την έστειλε να κλάψει στο τζάµι. – Nα τα µας. Tώρα τρέχει ο πούστης! Σταµάτα, γαµώτο, σταµάτα, δεν βγαίνει τίποτα που τρέχεις! Θες να µας ρίξουν; Oι φωτεινές προειδοποιήσεις του περιπολικού έγιναν ηχη- ρές. Aναβόσβηνε τα φώτα κι είχε βάλει µπρος τη σειρήνα για να αναγκάσει το CX να σταµατήσει. – Πρέπει να τους ξεφύγω! OMαυροστόµης επιτάχυνε και ο κόσµος πλησίαζε επικίν- δυνα στο µπροστινό µέρος του αυτοκινήτου, λες και ερχόταν καταπάνω του. Έστριψε σε µια γωνία και παγιδεύτηκε ανάµε- σα σε µια σειρά από παρκαρισµένα αυτοκίνητα στα δεξιά του

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=