Τέσσερα διά τέσσερα

Τ Ε Σ Σ Ε Ρ Α Δ Ι Α Τ Ε Σ Σ Ε Ρ Α 13 με τις υπόγειες σήραγγες Κου Τσι έξω από τη Σαϊγκόν, τις οποίες κάποτε είχε διασχίσει έρποντας πάνω στη νεανική του απερισκεψία και έπαρση. Και είχε πανικοβληθεί. Οι φίλοι του αναγκάστηκαν να τον τραβήξουν έξω. Και τότε ήταν απλώς τουρίστες, τίποτα περισσότερο. Όπως ακριβώς στο Βιετνάμ, το πέρασμα στένευε όλο και περισσότερο. Δεν είχε κάνει πολλά μέτρα κι όμως η οροφή είχε ήδη χαμηλώσει δυσάρεστα, οι τοίχοι είχαν πλησιάσει επικίνδυ­ να. Στο τέλος ούτε καν σκυφτός δεν μπορούσε να περπατάει. Αναγκάστηκε να γονατίσει, να συνεχίσει πια στα τέσσερα για να το διασχίσει. Πανικό είχε πολύ καιρό να νιώσει. Ούτε τώρα πανικοβλήθη­ κε, αλλά ένιωθε την παρουσία του, τη στενή του εγγύτητα. Τα δάχτυλα των χεριών τσουγκράνιζαν το στρώμα του χώματος, τα γόνατά του γδέρνονταν. Όσο κι αν φώτιζε με τον φακό μπροστά του, τέλος δεν έβλεπε πουθενά. Μήπως κατέληγε απλώς σαν σε χοάνη χωρίς διέξοδο; Ο Μπέργερ αναγκάστηκε να σταματήσει. Έκλεισε τα μάτια. Συγκεντρώθηκε. Όχι, δεν θα επέστρεφε στην κατάσταση που ήταν στο Κου Τσι. Ήταν μεγάλος άντρας πια. Άντρας με αρκετές εμπειρίες. Άνοιξε πάλι τα μάτια. Έπιασε τον φακό που τον είχε αφή­ σει κάτω, συνέχισε. Τώρα είχε φτάσει στο σημείο να κινείται σαν φίδι, να σέρνε­ ται κυριολεκτικά. Ένιωθε ήδη τη ράχη του να έχει καταματώσει από το γδάρσιμο στην οροφή. Το οξυγόνο έδειχνε να στερεύει, ανάσαινε όλο και δυσκολότερα. Δεν υπήρχε χώρος γύρω του, ένιωθε πως ήταν τόσο φαρδύς και τόσο ψηλός όσο και η σήραγ­ γα. Και σαν να μην ήταν πια μόνος στο στενό πέρασμα, ο πανι­ κός ήρθε κι άρχισε να σέρνεται δίπλα του, κολλητά· μόλις γύρι­ ζε το κεφάλι του, θα μπορούσε να τον εισπνεύσει.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=