Τα λάφυρα του Πόιντον(Μεταίχμιο Pocket)

[ 10 ] ρίζοντας στα γρήγορα, σχεδόν φωνάζοντας, την κοινή τους ανάγκη να δραπετεύσουν. Η τρομερήσυμπάθεια, όπως την ονόμασε τελικά, που η κυρία Γκέρεθ επρόκειτο να νιώσει για τη Φλέντα Βετς ουσια­ στικά ξεκίνησε μ’αυτή την ανακάλυψη ότι το καημένο το παιδί είχε θελήσει να το σκάσει ακόμα πιο γρήγορα απ’ ό,τι η ίδια. Tο ότι το καημένο το παιδί είχε διαισθανθεί το ίδιο γρήγορα πόσο μπορούσε τώρα να προχωρήσει αποδείχτηκε απ’την απίστευτα φιλική διάθε­ ση με την οποία εκδηλώθηκε την ίδια κιόλας στιγμή: «Δεν είναι φρίκη;». «Απαίσιο, απαίσιο!» ξεφώνισε η κυρία Γκέρεθ γελώντας. «Και τι ανακούφιση να μπορεί να το λέει κανείς». Ήξερε τι έλεγε, μιας και πάντα προσπαθούσε και κατάφερνε να κρατάει μυστική αυτή την άβολη ιδιορρυθμία της, την τάση της να θλίβεται μπροστά σε καθε­ τί απαίσιο. Αιτία ήταν το πάθος της για το υπέροχο, αλλά ήταν ένα πάθος που, όπως πίστευε, δεν το διαφήμιζε, ούτε περηφανευόταν γι’ αυτό, αρκούμενη να το αφήνει να κατευθύνει τα βήματά της και να εκδηλώνεται διακριτικά στη ζωή της, έχοντας πάντα κατά νου ότι λίγα πράγματα είναι τόσο σιωπηλά όσο η βαθιά αφοσίωση. Γι’αυτό της έκανε εντύπωση η οξυδέρκεια της κοπελίτσας που είχε ήδη μαντέψει το κρυφό της κίνητρο. Αυτό που ήταν απαίσιο τώρα, αυτό που ήταν φρικτό, ήταν η βαθύτερη ασχήμια του Γουότερμπαθ, και για τούτο το φαινόμενο μίλησαν οι δύο γυναίκες καθισμένες στη σκιά, αναζητώντας ξεκούραση στον μεγάλο, γαλήνιο ουρανό, απ’ τον οποίο δεν κρέμονταν φτηνά μπλε πιάτα. Ήταν μια ασχήμια θε­ μελιώδης και συστηματική, αποτέλεσμα της ανώμαλης φύσης των Μπρίγκστοκ, που από την ψυχοσύνθεσή τους η αρχή της καλαισθη­ σίας είχε παραλειφθεί επιδεικτικά. Στον τρόπο που ήταν τακτοποιη­ μένο το σπίτι τους είχε τεθεί σε λειτουργία μια άλλη αρχή, ιδιαίτερα

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=