Τα κιάλια του Βασίλι Τσουικόφ

32 ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΚΟΥΡΟΓΙΑΝΝΗΣ πεθάνω πολεμώντας». Ήταν πλέον αργά. Αλλά γιατί τα λέει αυτά; Όλα συγχωρούνται και όλα δεν συγχωρούνται, εξαρτάται ποιον επιλέγεις για εξομολόγο σου. Αυτός είχε στη ζωή εξομολόγο έναν παλιό, αυθεντικό μαρξιστή, την αυτοκριτική, που δεν του χαρίζονταν, δεν τον καλόπιανες με μυξοκλάματα και με συγγνώμες. Σε έκανε πρώτα λιώμα, φάε κι αυτή, φάε και την άλλη, μέχρι να τρέξουν τα αίματα από τα ρουθούνια σου και να κυλήσουν στο στήθος, και τότε έπαιρνες την άφεση –αν και σπάνια την έπαιρνες–, και άκουγες επιπλέον μια κραυγή λύκου που σου τρύπαγε τα τύμπανα: «Μη σκούζεις! Βούλωσ’ το, και λίγες έφαγες! Να μάθεις να μην το ξανακάνεις». Δεν είναι σαν τους χριστιανούς εξομολόγους που, όσο βαρύ αμάρτημα και να διαπράξεις, τη γλιτώνεις με ένα κομποσχοίνι και με γονυκλισίες, σου βάζουν μάλιστα και μεταξωτό χαλάκι στα γόνατα να μην τα μελανιάσεις. Δηλαδή λένε ξεκάθαρα στον αμαρτωλό: «Τέκνον μου, ξανακάν’ το, κι εγώ πάλι θα σε συγχωρήσω, αυτή είναι η δουλειά σου, να αμαρτάνεις· αυτή είναι η δουλειά μου, να συγχωρώ, όλοι σε δουλειά να βρισκόμαστε», και αυτός το ξανακάνει! Ο σοφός το έγραψε: «Η αμαρτία έχει δύο ηδονές, μία όταν τη διαπράττεις και μία όταν μετανοείς». Και εδώ υπήρξε άτυχος. Δυστυχώς αυτός διαπράττει άλλου είδους αμαρτίες· από αυτές παίρνει δύο φορές φαρμάκι, μία όταν τις διαπράττει και μία που η περηφάνια του δεν του επιτρέπει να τις εξομολογηθεί και να μετανοήσει. Λοιπόν η δική του αυτοκριτική έχει στόμα λύκου, δεν του χαρίζονταν, του έλεγε και του λέει: «Συνεπής μαρξιστής και ζωντανός μετά την Περεστρόικα, αυτήν την προ-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=