Τα κιάλια του Βασίλι Τσουικόφ

ΤΑ ΚΙΑΛΙΑ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙ ΤΣΟΥΙΚΟΦ 13 Όσο έκαιγε δικογραφίες, ένιωθε το πρόσωπό του να σκληραίνει, δεν χρειάζονταν καθρέφτης· προφανώς παρόμοιοι ήταν και οι αξιωματικοί των Ες-Ες στις αποβάθρες των στρατοπέδων όπου σωριάζονταν οι Εβραίοι, έκαναν τη διαλογή ταχύτατα με ένστικτο, χωρίς να ξέρουν τίποτε γι’ αυτούς που έστελναν στη φωτιά ή τους άλλους που τους άφηναν να ζήσουν λίγο ακόμα για να βασανιστούν. Το γεύτηκε κι αυτό το συναίσθημα ο ορκισμένος εχθρός του ναζισμού. Τοξικό νέφος καπνού περιπλανιόταν στον ουρανό πάνω από τα Μεσόγεια και αναμειγνύονταν με τον καπνό των αεροπλάνων. Αν έμπαινε κάποιο καταδιωκτικό γεράκι του αεροδρομίου μέσα στο τοξικό νέφος, θα έπεφτε ακαριαία νεκρό. Ήταν απερισκεψία του, ήταν άγνοια κινδύνου να κάψει δικογραφίες χωρίς μέτρα προστασίας έστω και στην ερημιά ενός εγκαταλειμμένου λατομείου· όσοι είναι μαχόμενοι δικηγόροι καταλαβαίνουν τον κίνδυνο – ευτυχώς, όλα πήγαν καλά. Θυμάται ότι, σε μια περίπτωση ακραίας έλλειψης χαρτιού, τόλμησε το αδιανόητο· έστριψε λίγο χαρτί από τον παράνομο Ριζοσπάστη, μάλιστα από τις πίσω σελίδες της εφημερίδας με τα κοινωνικά θέματα, και όμως παρατήρησε κάτι σαν θαύμα, ο καπνός ήταν αλλιώτικος, αρωματικός, από την αρωματική ποικιλία του καπνού της Ξάνθης. Τη σέβονταν ανέκαθεν αυτή την εφημερίδα, από τον καιρό που την έβλεπε στην κωλότσεπη του πατέρα του και από πίσω του έτρεχαν τα παλιοζάγαρα της μεταξικής Ασφάλειας, σαν να μύριζαν το λουκάνικο. Μετά, όταν πλέον δεν έβρισκε τέτοια καπνόφυλλα, έκοψε το κάπνισμα, βασανίστηκε αλλά το άντεξε. Να αγοράσει έτοιμα τσιγάρα του εμπορίου

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=