10 ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΚΟΥΡΟΓΙΑΝΝΗΣ θυμοποιήθηκε να τον υποβαστάξει, ώστε να τον καθίσει με ασφάλεια στο σκιασμένο παγκάκι που είχαν με το μάτι επιλέξει για μια σύντομη συνάντηση, αλλά δεν χρειάστηκε η βοήθειά του· παραδόξως ο ηλικιωμένος σ. αποδείχτηκε αρκετά σβέλτος, κάθισε ανάλαφρα πάνω στις διαχωρισμένες δρύινες σανίδες. Τελευταία στιγμή παρατήρησαν ότι είχε ένα θεματάκι καθαριότητας το παγκάκι, διότι στη φλαμουριά που το σκίαζε κάθονταν συνήθως αγριοπερίστερα και το κουτσουλούσαν. Μικροί ασβεστολιθικοί λοφίσκοι ήταν ορατοί. Όμως ήταν μακρύ και φαρδύ, και είχε αρκετά καθαρά σημεία όπου μπορούσαν κάπως προσεκτικά να καθίσουν δύο άνθρωποι, αν είχαν πισινούς φυσιολογικής έκτασης, και να ανταλλάξουν στα γρήγορα μερικές αναγκαίες λέξεις. Aγνόησαν το πρόβλημα και βολεύτηκαν. Ήταν και οι δύο λιπόσαρκοι, προφανώς με καταγωγή από πεινασμένους, ταλαιπωρημένους προγόνους. Εξάλλου σε αυτόν τον περίβολο δεν περιφέρονται ευτραφείς σωματότυποι με καλοζωισμένους πισινούς, ώστε να χρειάζονται κάθε δύο λεπτά να κάθονται στα παγκάκια για να πάρουν ανάσα. Παρ’ όλα αυτά μερικοί τέτοιοι περιφέρονται και εδώ και κάθονται στα παγκάκια, είναι οι αποδημητικοί ιδεολόγοι που κάνουν μια στάση ξεκούρασης πριν πετάξουν σε άλλες χνουδωτές φωλιές. Ετούτη η φωλιά είναι πλεγμένη με αγκάθια, δεν βολεύει τον καθένα, ας μην κρυβόμαστε. Ο ηλικιωμένος σ. το παρατήρησε αμέσως. Στα πόδια τους, στο χώμα, πατημένες γόπες τσιγάρων με μακρύ φίλτρο δημιουργούσαν απορία σε όποιον παρατηρητικό έβλεπε πόσο πολύ λιωμένες ήταν. Αυτοί που τις πάτησαν κάτι φοβούνταν ή κάτι εκδικούνταν πιέζοντας στριφτά
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=