Ταχυδρομείο
T Σ Α Ρ Λ Σ Μ Π Ο Υ Κ Ο Β Σ Κ Ι 18 Υπήρχανε επτά «υπό» – ο ΤομΜότο, ο Νικ Πελιγκρί νι, ο Χέρμαν Στράτφορντ, η Ρόζι Άντερσον, ο Μπό μπι Χάνσεν, ο Χάρολντ Ουάιλι κι εγώ, ο Χένρι Τσι νάσκι. Το ωράριο άρχιζε στις πέντε το πρωί κι εγώ ήμουν ο μοναδικός μεθυσμένος. Πάντοτε έπινα ως μετά τα μεσάνυχτα, και θα καθόμασταν εκεί, στις πέντε το πρωί, περιμένοντας να περάσει η ώρα, περιμένοντας για κάποιον μόνιμο να δηλώσει ασθέ νεια. Οι μόνιμοι συνήθως δήλωναν ασθένεια όταν έβρεχε ή όταν έκανε καύσωνα ή όταν το ταχυδρομι κό φορτίο διπλασιαζόταν. Υπήρχαν σαράντα ή πενήντα διαδρομές, ίσως και περισσότερες, και κάθε περίπτωση ήταν διαφορε τική, ποτέ δεν μπορούσες να τις μάθεις, έπρεπε να έχεις το φορτίο σου έτοιμο πριν από τις οκτώ το πρωί για τα φορτηγά, και ο Τζόνστον δεν δεχόταν δικαιο λογίες. Οι «υπό» στοίβαζαν τα περιοδικά τους στις γωνίες, έμεναν νηστικοί το μεσημέρι και πέθαιναν στον δρόμο. Ο Τζόνστον μάς έβαζε να πακετάρουμε τις αποστολές μας με μισή ώρα καθυστέρηση –στρι φογυρνώντας στην πολυθρόνα του με το κόκκινο πουκάμισό του– «Ο Τσινάσκι τη διαδρομή 539!» Αρ χίζαμε με μισή ώρα έλλειμμα αλλά περίμεναν από εμάς να βγάλουμε τις επιστολές, να τις μοιράσουμε και να επιστρέψουμε εγκαίρως. Και μία ή δύο φορές την εβδομάδα, ήδη εξαντλημένοι, χαρμάνηδες και γαμημένοι, έπρεπε να κάνουμε και τις νυχτερινές
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=