Τάισέ με

ΤΑΪΣΕ ΜΕ 15 να ορμήσει, αστραπιαία όμως το βλέμμα του καρφώνεται στο ρολόι. «Θα χάσωτην πτήση, γαμώτο». Αλλάζει όψη, σηκώνεται, ντύνεται, ρίχνει δυο ξυλιές στα γυμνά πισινά της και την προ- στάζει να ντυθεί. ΗΜαρίνα ρίχνει απρόθυμα μια ρόμπα πάνω της και σέρνεται προς την κουζίνα να φτιάξει καφέ και στους δύο. ΟΓιάννης την κοιτάζει σταθερά: «Ηπρόταση ισχύει». Εκεί- νη δεν έχει να του πει κάτι. Αποφεύγει το βλέμμα του και στρέ- φεται προς το παράθυρο, στην εσωτερική αυλή της πολυκα- τοικίας. Είναι πρωί, η κουζίνα μόλις που αρχίζει να φωτίζεται, όλα είναι γαλήνια κάτωαπό αυτό τοφως. ΗΜαρίνα αγαπά από παιδί τον χώρο της κουζίνας. Σηκώνεται και στέκεται στο εν- διάμεσο του φωτός, υπέρυθρες ακτίνες τη σκανάρουν, οι πολ- λαπλοί εαυτοί της σε μελλοντικούς χρόνους. Εκείνη εκεί, να ξημερώνει, να νυχτώνει, να μαγειρεύει, να συζητά, να κουρ- νιάζει, να κρατά λογαριασμούς, να κυοφορεί παιδιά, να τα θη- λάζει, να ζεσταίνει γάλα, να τα ταΐζει, να τα διαβάζει, να περι- μένει να γυρίσουν. Να τα βλέπει να φεύγουν. Να μένει μόνη. Ξαφνικά, σύννεφα μαυρίζουν τη σκέψη της. «Λες να βρέξει;» τον ρωτάει. Ο Γιάννης τη βλέπει βυθισμένη: «Πού είσαι;». Την πλησιάζει, νιώθει την αγωνία της. Της πιάνει σφιχτά τα χέρια και σκύβει μπροστά της σε βαθύ κάθισμα. «Δεν είναι μόνο ότι σε θέλω, σε αγαπώ. Δεν ξέρω με ποιον άλλο τρόπο να σου πω ότι θέλω να σε κρατήσω στη ζωή μου. Είμαστε λίγο καιρό μαζί είναι αλήθεια, αλλά θέλω να παντρευτούμε. Καταλαβαίνω ότι σου ήρθε απότομα. Θα πάωστηΜύκονο σήμερα και θα γυρίσω την Κυριακή το βράδυ, το αργότερο Δευτέρα πρωί, ανάλογα με τις δουλειές. Από σήμερα και μέχρι να γυρίσω δεν θα σε ενο-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=